31 Δεκ 2011

Πάει ο παλιός ο χρόνος


New year’s resolutions (στόχοι για το νέο έτος):

1) Να κάνω μια λίστα με τα new year’s resolutions. (τσεκ)

2) Να κάνω τσεκ πριν από την αλλαγή του χρόνου το πρώτο πράγμα που έγραψα στη λίστα. (τσεκ)

3) Να συνειδητοποιήσω ότι έχω ήδη πραγματοποιήσει τους 2 πρώτους στόχους που έθεσα για το νέο έτος. (τσεκ)

4) Να ανταμείψω τον εαυτό μου με 2 σοκολατομελομακάρονα (τσεκ μόλις σταματήσω το μασούλημα).


Το 2011 μάλλον ήταν μια δύσκολη χρονιά για αρκετούς αν σκεφτείς ότι είχαμε οικονομική κρίση, δυσβάσταχτα μέτρα, τσουνάμια, εξεγέρσεις και τον Justin Bieber να κάνει επιτυχία. Κάνοντας όμως ένα μικρό απολογισμό και χωρίς διάθεση να πω υπερβολές διαπιστώνω πως, προσωπικά, αυτή η χρονιά ήταν γεμάτη από τις πιο ευχάριστες και ξεχωριστές εμπειρίες που έχω βιώσει. Το 2011 ήταν από τις πιο όμορφες χρονιές που έχω ζήσει μέχρι τώρα...

Κι αυτό το οφείλω σχεδόν αποκλειστικά σε ένα άτομο. Το κορίτσι.

Μέσα από αυτό το διαδικτυακό ημερολόγιο λοιπόν θα πω ένα μεγάλο ευχαριστώ στο κορίτσι και θα ευχηθώ να είναι δίπλα μου και να μου ομορφαίνει τη ζωή και σε όλες τις υπόλοιπες χρονιές που θα έρθουν.

Όσο για εσάς τους υπόλοιπους, κορίτσια αγόρια, με κορίτσια/αγόρια ή χωρίς, να θυμάστε ότι στο χέρι μας είναι να κάνουμε τον κόσμο μας καλύτερο, ανεξαρτήτως συνθηκών, οικονομικών κρίσεων ή όποιας άλλης δυσκολίας βρεθεί στο διάβα μας. Είχα διαβάσει κάπου μια φράση που τριγυρνά συνέχεια στο μυαλό μου τώρα που φεύγει το 2011 και η οποία έλεγε το εξής: δυστυχία είναι να πραγματοποιήσεις τους στόχους που έθεσες. Αν το σκεφτείς λίγο είναι πανέξυπνη φράση. Ο ποιητής θέλει να πει ότι πρέπει πάντα να στοχεύουμε ψηλά, πολύ ψηλά, κι ακόμα πιο ψηλά. Ας μην τα καταφέρουμε στο τέλος, το θέμα είναι ότι πρέπει πάντα να ονειρεύεσαι μπροστά, να μην επαναπαύεσαι και να προσπαθείς συνεχώς για το καλύτερο.

Μακάρι η νέα χρονιά να είναι πιο περιπετειώδης, δημιουργική και ευχάριστη για όλους.

Στο χέρι μας είναι να το προσπαθήσουμε, τι λες?

Καλή νέα χρονιά! :)

15 Δεκ 2011

Οδηγός επιβίωσης Χριστουγέννων



Τα Χριστούγεννα είναι η πιο ωραία γιορτή του χρόνου. Εκτός κι αν τον λένε Σκρουτζ, δε νομίζω πως υπάρχει άνθρωπος που να μην προσμένει με χαρά την 25η Δεκεμβρίου. Μπορεί όμως από πιο ωραία γιορτή να καταλήξει να γίνει η πιο προβληματική. Γιατί ενώ οι προσδοκίες μας να περάσουμε ξεχωριστά και μαγικά τις γιορτινές μέρες είναι μεγάλες, συχνά το τελικό αποτέλεσμα είναι απογοητευτικό. 

Πάνε οι εποχές που μικροί εντυπωσιαζόμασταν από ένα τηλεκατευθυνόμενο, ένα στολισμένο δέντρο κι ένα σοκολατάκι. Τώρα που έχουμε μεγαλώσει, τα μάτια μας δεν είναι πλέον αθώα και εύκολα να εντυπωσιαστούν. Για να αναβιώσουμε πλέον αυτό το γιορτινό αίσθημα που αβίαστα νιώθαμε μικροί χρειαζόμαστε αντί για τηλεκατευθυνόμενο ένα καινούργιο κανονικό αυτοκίνητο, αντί για δεντράκι ένα τεράστιο έλατο στολισμένο με λαμπάκια το ρεύμα των οποίων θα έφτανε για να τροφοδοτήσει το μισό Λας Βέγκας, κι αντί για ένα σοκολατάκι μια στρατιά από γλυκά που για να φτιαχτούν χρειάστηκαν να κοπούν τα μισά κακαόδεντρα του Αμαζονίου.

Ξέχνα τα μεγαλεπήβολα σχέδια και τις πολυέξοδες ετοιμασίες για τις γιορτινές μέρες. Γιατί κατά πάσα πιθανότητα θα καταλήξουν σε φιάσκο και θα έχουν ως μόνο αποτέλεσμα να βρίσκεσαι χρονιάρα μέρα άφραγκος, χωρίς φίλους, να καταριέσαι τα λαμπάκια σου κλαίγοντας πάνω από έναν υπέρογκο λογαριασμό της ΔΕΗ και να ξερνάς χαλασμένη γαλοπούλα και ποτό μπόμπα.


Αντ’αυτού χαλάρωσε, πάρε ένα μελομακάρονο ανά χείρας διάβασε τις παρακάτω συμβουλές, διάλεξε τι σου ταιριάζει και πήγαινε να περάσεις τα καλύτερα Χριστούγεννα της ζωής σου!


1. Ξεκινώντας.

Υποδέξου τα Χριστούγεννα με τις χαμηλότερες προσδοκίες. Αν φανταστείς τις γιορτινές μέρες σαν μια ταινία θρίλερ όπου ο πρωταγωνιστής προσπαθεί να επιβιώσει ανάμεσα σε αλαφιασμένα ζόμπι που έχουν κατακλύσει μαγαζιά και εστιατόρια και η ζωή του κρίνεται από το αν θα βρει άδειο ταξί, ελεύθερο τραπέζι ή αν θα προλάβει το τελευταίο εορταστικό φόρεμα με έκπτωση, τότε πάνω κάτω είσαι προετοιμασμένος για το τι σε περιμένει.




2. Στολισμός. 

Τα Χριστούγεννα όπου κι αν κοιτάξεις τα πάντα γύρω είναι γιορτινά. Κάθε σπίτι έχει κι από ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο, κάθε κολώνα έχει κι από ένα φωτεινό στολίδι, κάθε βιτρίνα έχει κι από έναν Άη-Βασίλη. Τα πάντα είναι στολισμένα στον υπερθετικό βαθμό, αφού τις προάλλες πήγα για κατούρημα μετά από μια βόλτα στη στολισμένη Ερμού κι αντί για ούρα έβγαλα χρυσόσκονη και ψεύτικο χιόνι. Η γιορτινή διακόσμηση του δικού σου σπιτιού επαφίεται αποκλειστικά και μόνο στο προσωπικό σου γούστο. Λάβε κατά νου όμως ότι οι υπερβολές εκτός από κιτς μπορεί να αποβούν και πολυδάπανες. Δεν είναι εποχές αυτές για φουσκωμένους λογαριασμούς της ΔΕΗ.


Άσε που αν σου καεί ένα λαμπάκι, άντε να τα ελέγξεις μετά όλα αυτά για να βρεις ποιο είναι.


3. Πού να πας.

Οι επιλογές αυτές τις μέρες είναι άπειρες. Όλα τα μαγαζιά είναι στολισμένα, έχουν ετοιμάσει εορταστικές βραδιές και γιορτινά μενού και περιμένουν τις ορδές των πελατών να έρθουν να καταθέσουν τα λεφτά τους και να προσποιηθούν ότι διασκεδάζουν. Η βασική συμβουλή εδώ είναι ότι δε χρειάζεται να πας πουθενά.
 
Βασικά το να βγεις αυτές τις μέρες από το σπίτι δεν ακούγεται καθόλου καλή ιδέα. Οι δρόμοι είναι γεμάτοι κίνηση, τραπέζι είναι αδύνατο να βρεις -ακόμα και στο τελευταίο καταγώγι όπου τις υπόλοιπες μέρες οι μόνοι που πατάνε είναι οι κατσαρίδες-, οι σερβιτόροι στα μαγαζιά σιχτιρίζουν την ατυχία τους που δεν κατάφεραν να πάρουν ρεπό χρονιάρα μέρα, ενώ οι τιμές είναι κι αυτές εορταστικές. Με την κακή έννοια.
Αντίθετα ένα ρεβεγιόν σε σπίτι φίλων ή συγγενών ίσως είναι μια καλύτερη πρόταση. Αλλά λάβε υπόψη το εξής: αν δε συμπαθείς κάποιον όλο τον υπόλοιπο χρόνο, τότε είναι σίγουρο πως δε θα τον συμπαθείς ούτε τα Χριστούγεννα. Δηλαδή αν σε έχει καλέσει σπίτι της η θεία σου η Μαριγώ που το μόνο ενδιαφέρον που βρίσκεις πάνω της είναι οι τρίχες στην κρεατοελιά της τότε είναι ζήτημα χρόνου ότι θα βαρεθείς πιο γρήγορα κι απ’ότι αν άκουγες ολόκληρο το νέο άλμπουμ που έκαναν οι Metallica σε συνεργασία με τον Lou Reed (το άλμπουμ είναι άθλιο). Όλα μεγεθύνονται στις γιορτές. Έτσι αν ο μίζερος συνάδελφός σου κλαίγεται καθημερινά ότι τον ζορίζει το αφεντικό ή δε βρίσκει γκόμενα να είσαι βέβαιος ότι ανήμερα τα Χριστούγεννα η δυστυχία του θα είναι πολλαπλάσια και θα σου κλαίγεται ακόμα πιο πολύ. Απόφυγέ τους γιατί περισσότερη γιορτινή χαρά προσφέρει ένας χασάπης σε μια γαλοπούλα.


Σε καμία περίπτωση μη σκεφτείς να στριμώξεις δύο ή παραπάνω ρεβεγιόν την ίδια μέρα. Η μετακίνηση αυτές τις μέρες είναι δύσκολη και είναι σχεδόν σίγουρο πως θα φας την περισσότερη ώρα στα πήγαινε-έλα ενώ και οι οικοδεσπότες θα νιώσουν ότι τους κρέμασες, γιατί από τον έναν θα φύγεις αναγκαστικά νωρίς και στον άλλο θα φτάσεις αναγκαστικά αργά. Επίσης είμαι βέβαιος ότι η ιδέα σου για το ιδανικό ρεβεγιόν δεν περιλαμβάνει να βρίσκεσαι την περισσότερη ώρα καθ'οδόν κάπου ανάμεσα στα δύο μέρη κολλημένος σε μια πηγμένη λεωφόρο φτύνοντας καντήλια στον μπροστινό που έχει τριπλοπαρκάρει κι έχει κλείσει το δρόμο ενώ στα αυτιά σου βουίζει μια συγχορδία από «γιορτινές» κόρνες και εξατμίσεις.


Επίσης αν δε θες να κυλιστείς στα αντικαταθλιπτικά καλό είναι να αποφύγεις και κάθε προγραμματισμένη εκδήλωση του δήμου Αθηναίων. Τις προάλλες πήγα μια βόλτα από το Ζάππειο όπου έχουν στήσει το Oneiro Christmas Park. Αν ήθελαν να είναι ακριβείς θα έπρεπε να το ονομάσουν Kako Oneiro Christmas Park. Μια επίσκεψη στην ογκολογική πτέρυγα του Αγίου-Σάββα είναι πιο ευχάριστη. Στη μεγάλη αλάνα του Ζαππείου έχουν φτιάξει ένα διάδρομο όπου δεξιά κι αριστερά βρίσκονται κιόσκια που πουλάνε αυτά τα άχρηστα μπιχλιμπιδάκια που βλέπεις στα πανηγύρια. Ο  διάδρομος καταλήγει σε ένα αραχνιασμένο καρουζέλ, σε μια άλλη μαλακία με κάτι καρέκλες σε αλυσίδες που στριφογυρίζουν (και μοιάζει με βασανιστήριο του SAW) και σε ένα παιδικό τρενάκι το οποίο κάνει μια διαδρομή 10 μέτρων το πολύ. Περισσότερα παιχνίδια έχουν τα φτωχά παιδάκια στην Αφρική. Στο όλο εορταστικό κλίμα συμβάλλουν κι οι χειριστές των παιχνιδιών που κάθονται βαριεστημένοι και χαζεύουν περιμένοντας μπας και έρθει κανένα μούλικο να βγάλει εισιτήριο.

Παραδίπλα έχουν στήσει κι ένα παγοδρόμιο με μισολιωμένο πάγο όπου Αθηναίοι την έχουν δει Dancing On Ice και φαντάζονται ότι κάνουν πιρουέτες μπροστά στην Παπαρίζου και τον Κωστόπουλο ενώ στην πραγματικότητα μοιάζουν με συγκαμένα δίχρονα που μόλις έμαθαν να ισορροπούν στα δύο πόδια.


Δεν ξέρω λοιπόν τι έχεις κανονίσει να κάνεις εσύ τις γιορτές αλλά εμένα προσωπικά δε μου ακούγεται καθόλου άσχημη η εναλλακτική να κλειστεί κάποιος μέσα στο σπίτι κι αντί να βγει και να πήξει στην κίνηση και την πολυκοσμία ανησυχώντας για την προσωπική του ασφάλεια και για την τσέπη του, να κάτσει σπίτι μπροστά από ένα ζεστό τζάκι (αν έχεις τζάκι – αν δεν έχεις σε παρακαλώ μην αυτοσχεδιάσεις) να μασουλάει χριστουγεννιάτικα γλυκά φορώντας τις πιτζάμες του και να βρίζει τους ανθρώπους στην τηλεόραση.


4. Πόσο να πιείς.


Όπου και να βρεθείς αυτές τις μέρες είτε σε μαγαζί είτε σε σπίτι να θυμάσαι ότι δεν πρέπει να πιείς πολύ. Προφανής συμβουλή αλλά είναι πολύ εύκολο να χάσεις το μέτρο. Όποιος και να είναι ο λόγος που θα πιείς (μπορεί να σε παρασύρει μια ευχάριστη παρέα ή μπορεί να θες να πνίξεις τον πόνο σου και να ξεχάσεις ότι κανείς δε σε αγαπάει) να γνωρίζεις ότι τα επείγοντα αυτές τις μέρες είναι φίσκα από καλοντυμένους ανθρώπους που ξερνοβολάνε, βογκάνε, διαμαρτύρονται και σιχτιρίζουν την τύχη τους με τις μπόμπες που κατέβασαν χρονιάρα μέρα. Περίπου δηλαδή ό,τι συνέβαινε και στα ρεβεγιόν από τα οποία τους έφεραν.

Επειδή όμως εμείς εδώ στην Ελλάδα είμαστε πολύ κιμπάρηδες τύποι και το έχουμε έθιμο να κερνάμε συνεχώς ο ένας τον άλλον και να καταλήγουμε έτσι να γινόμαστε λιάρδα για να μην κακοκαρδίσουμε κανέναν, παρακάτω είναι μερικά κόλπα που μπορείς να πεις για να αποτρέψεις κάποιον να συνεχίσει να σε κερνάει χωρίς να φανείς σνομπ ή ξενέρωτος:

«Την τελευταία φορά που ήπια βρέθηκα να χορεύω στη μπάρα με το βρακί μου πάνω στο κεφάλι μου. Ευτυχώς αυτή τη φορά δεν πρόκειται να ξανασυμβεί το ίδιο γιατί δε φοράω βρακί».

«Άλλο ένα ουισκάκι ακόμα και θα είμαι έτοιμος να σου περιγράψω το αδημοσίευτο μυθιστόρημά μου 1.500 σελίδων».

«Αφού δεν είναι τα παιδιά μου εδώ τριγύρω για να αρχίσω πάλι να τα βαράω, ευχαρίστως να πιώ».

 «Νομίζω ότι είμαι βουλιμικό top model γιατί όταν πίνω πολύ μετά ξερνάω».

«Ανοίξτε λίγο χώρο, σκοπεύω να σωριαστώ».

«Δεν κάνει να πιώ, είμαι μόνο 15 χρονών. Ναι το ξέρω πως δε μου φαίνεται, είναι βλέπεις αυτή η γενετική ανωμαλία που έχω και γερνάω πιο γρήγορα. Είναι μια μεγάλη και δυσάρεστη ιστορία, αν θες να την ακούσεις βάλε μου ένα ποτάκι».

Αν δεν πιάσουν αυτά τα κόλπα κι ο άλλος εξακολουθεί να επιμένει ντε και σώνει να σε κεράσει τότε το καλύτερο κόλπο για να μην κάνεις κατάχρηση στο ποτό είναι να μην ξεκινάς να πίνεις από νωρίς. Αν δηλαδή σε έχουν καλέσει κάπου περίμενε πρώτα να μαζευτούν όλοι, να σερβιριστεί το φαγητό και μετά να ξεκινήσεις τα ποτάκια. Γιατί όταν έχεις ήδη κατεβάσει δυο μπουκάλια κρασί στις 12 το μεσημέρι, τότε μέχρι τις 12 το βράδυ θα είσαι γραμμένος στη λίστα για μεταμόσχευση ήπατος.


Οπότε είπαμε να προσέξεις να μην πιείς πολύ, αλλά να κοιτάξεις να πιείς όσο χρειάζεται. Τα Χριστούγεννα χαρακτηρίζονται από μια επίπλαστη ευδαιμονία, με τους ανθρώπους να τριγυρνάνε στους δρόμους γελώντας, ανταλλάσσοντας δώρα και ευχές και κάνοντας ψώνια. Σε ένα τέτοιο κλίμα είναι πολύ πιθανό να σε πιάσει μια κρίση αυτοκριτικής του στυλ «Γιατί όλοι να είναι τόσο ευτυχισμένοι κι εγώ να είμαι μόνο ένα μίζερο δυστυχισμένο κάθαρμα?». Σε τέτοιες περιπτώσεις είναι απαραίτητα μερικά ποτάκια, όπως και στην περίπτωση που πήγες τελικά στο ρεβεγιόν της θείας σου της Μαριγώς ή του μίζερου μπάκουρου φίλου σου από τη δουλειά και θα πρέπει να αντέξεις τη δίωρη εξιστόρηση των κουτσομπολιών από το σόι ή τις αισθηματικές περιπέτειες για το πώς ο φίλος σου αλλάζει το status του σε single κάθε φορά που στραμπουλάει το χέρι του και πώς δηλώνει in a complicated relationship όταν δε μπορεί να αποφασίσει ποια από τις δυο παλάμες να διαλέξει.

Σε αυτές τις στιγμές λοιπόν που το αλκοόλ είναι απαραίτητο προσπάθησε το όριό σου να είναι αυτή η κατάσταση στην όποια αν σε έβλεπε κάποιος αστυνομικός στο δρόμο να μην σε περνούσε για μπεκρή άστεγο ζητιάνο. Αν στο τέλος της βραδιάς βρεθείς με χειροπέδες στο πίσω μέρος ενός περιπολικού με κατεύθυνση την πρόνοια, τότε θα ξέρεις ότι το παράκανες.


5. Πόσο να φας.


Πολύ. Ξέσκισέ τα όλα, γιορτές έχουμε.


6. Τι να φορέσεις.


Αν έχεις κάποιο καλό κι ακριβό επίσημο παλτό καλύτερα να το αφήσεις σπίτι. Υπάρχει ο κίνδυνος να σου λερωθεί με εορταστικά γλυκά, εορταστική γαλοπούλα, εορταστικό εμετό ή η κοπέλα που φυλάει τα παλτό στο μαγαζί που θα πας να το μπερδέψει με το επίσημο καλό παλτό κάποιου άλλου που είναι ένα νούμερο μικρότερο και να σου δώσει εκείνο. 

Μακριά επίσης από σκουφάκια αη-βασίλη, καπέλα με φωτάκια, πουλόβερ με γατούλες, μπουφάν με φτερά αγγέλου, υπερβολικά επίσημες βραδινές τουαλέτες, πρόστυχα φορέματα, ροζ πουκάμισα. Σε γενικές γραμμές φαντάσου τον εαυτό σου να σε ξυπνάνε μετά από μεθύσι ενώ βρίσκεσαι σωριασμένος στο πάτωμα του τελευταίου τραίνου στον ηλεκτρικό και σκέψου τι θα ήθελες να φοράς όταν ζητάς βοήθεια από τον φύλακα για το πώς να γυρίσεις σπίτι σου.


7. Τι δώρο να πάρεις.

Το να διαλέγεις δώρο για κάποιο αγαπημένο σου πρόσωπο είναι μια εκπληκτική διαδικασία. Ένα δώρο επιλεγμένο με σκέψη και αγάπη σε φέρνει πιο κοντά με αυτόν που το λαμβάνει. Βγαίνεις στα μαγαζιά και ζυγίζεις στο μυαλό σου τι θα του ήταν χρήσιμο, τι του λείπει, τι έχει ανάγκη, τι ταιριάζει με τα ενδιαφέροντά του ή τι σου ανέφερε δήθεν τυχαία σε μια κουβέντα για το δώρο που θα προτιμούσε. 

Στο τέλος θα καταλήξεις να πάρεις κάτι φθηνό που βρήκες σε προσφορά και που θα είναι εντελώς άσχετο με αυτό που ήθελε ή χρειαζόταν.


 Εξάλλου η χειρονομία μετράει.

Όταν ένας άντρας διαλέγει δώρο σε μια γυναίκα πρέπει να λάβει υπόψη του πολλές παραμέτρους. Τα δώρα που αρέσουν στις γυναίκες είναι αποτέλεσμα πολλών συνισταμένων και ευαίσθητων ισορροπιών. Αν για παράδειγμα η γυναίκα που θα δεχτεί το δώρο είναι η κοπέλα του αγοριού και βρίσκονται πολύ καιρό σε σχέση τότε θα πρέπει να της πάρει κάτι από τα παρακάτω.



Αν όμως πρόκειται για μια απλή καλή του φίλη που έχει τη γιορτή της τότε αυτή θα ήταν ευχαριστημένη μόνο με κάτι από αυτά.



Αν αντίθετα πρόκειται για κάποια συγγενή του αγοριού, κάποια ξαδέρφη που έπαιζε μαζί της από μικρό παιδί ή κάποια θεία που τον μεγάλωσε στα γόνατά της τότε ίσως θα πρέπει να διαφοροποιηθεί λίγο και να της αγοράσει κάτι από εδώ.


 Οι γυναίκες είναι πολύπλοκα πλάσματα.


8. Τι να δεις.

Η ελληνική τηλεόραση όσο ανυπόφορη κι αν σου φαίνεται καταφέρνει και γίνεται ακόμα πιο εκνευριστική τη γιορτινή περίοδο. Οι εκπομπές αυτές τις μέρες προβάλλουν τις εορταστικές εκδοχές τους όπου οι παρουσιαστές ντύνονται πιο επίσημα, κοτσάρουν ένα γκι ή μια μπάλα δίπλα από το σήμα του καναλιού και καλούν συνήθως μια μπάντα και μερικά άγνωστα πουτανάκια για να χορέψουν όλοι μαζί και να γλεντήσουν. Ενίοτε φέρνουν και καμιά μαγείρισσα να φτιάξει γιορτινές λιχουδιές ή μαζεύουν στο πλατό σαν κοινό μερικά παιδάκια πιθανόν για να δείξουν ότι τις άγιες τούτες μέρες υπάρχουν δίπλα μας νεαρά άτομα που υποφέρουν (τα παιδάκια που φέρνει συνέχεια στο πλατό της η Στεφανίδου για παράδειγμα) και να νιώθουμε τυχεροί που εμείς δεν είμαστε στη θέση τους. Μετά τα μεσάνυχτα αυτές τις μέρες τα κανάλια συνηθίζουν να δείχνουν εορταστικά live από νυχτερινά κέντρα, είναι τα ίδια βίντεο που βάζουν και τα βράδια της Ανάστασης. Η κακογουστιά των μπουζουκιών είναι παντός καιρού και κάθε εποχής.

Αν δε μπορείς να υπομείνεις την ελληνική τηλεόραση ορίστε μερικές προτάσεις για ξένες ταινίες που ίσως να αποτελέσουν μια κάποια παρηγοριά γι’αυτή τη περίοδο:

Scrooged
Είναι η καλύτερη κινηματογραφική εκδοχή του κλασικού χριστουγεννιάτικου παραμυθιού του Ντίκενς. Ο Bill Murray μετά τους Ghostbusters καταδιώκεται από τα 3 πνεύματα των Χριστουγέννων. Είναι αστείο και ευαίσθητο μαζί και κάθε Χριστούγεννα από παιδί αυτή ήταν η ταινία που με έκανε να νιώθω ότι έφτασαν οι γιορτές (αυτά παθαίνεις όταν είσαι μεγαλωμένος από μια τηλεόραση, οι αναμνήσεις της ζωής σου σηματοδοτούνται από ταινίες).

Elf
Ο Will Ferrell κάνει ένα καλοκάγαθο χαζοχαρούμενο ξωτικό που φεύγει από το Βόρειο Πόλο για να βρει τον πατέρα του. Στο τέλος της ταινίας σου σπάνε λίγο τα @@ με το πόσο πρέπει να πιστεύουμε στον Άη-Βασίλη αλλά μέχρι εκείνο το σημείο η καφρίλα πάει σύννεφο.

Die Hard 1&2
O Bruce Willis σκοτώνει τρομοκράτες πετώντας έξυπνες ατάκες για 2 διαδοχικά Χριστούγεννα. Είναι σαν ένας macho Άη-Βασίλης που αντί για δώρα φέρνει σφαίρες. Είναι τόσο cool και macho οι ταινίες που την πρώτη φορά που είδα μικρός το Die Hard ένιωσα να χοντραίνει η φωνή μου και να βγάζω τρίχες στο μουστάκι. Σε μερικές χώρες τα dvd με τα Die Hard είναι συνταγογραφούμενα φάρμακα για την κρυψορχία. Βλέπεις την ταινία και την επόμενη μέρα σου έχει κατέβει ο κρυμμένος όρχις.

Χαρακτηριστική χριστουγεννιάτικη σκηνή της πρώτης ταινίας είναι η παρακάτω: ο Bruce κρύβεται στους πάνω ορόφους ενός ουρανοξύστη που τον έχουν καταλάβει τρομοκράτες και τους οποίους αποδεκατίζει έναν-έναν. Σε μια φάση στέλνουν έναν ξανθό νταγλαρά γερμανό να τον σκοτώσει και ο Bruce όχι μόνο τον σκοτώνει, όχι μόνο του παίρνει και το πολυβόλο αλλά τον στέλνει και πεσκέσι στους τρομοκράτες με το άσανσερ γράφοντας στη μπλούζα του:
Now I have a machine gun. Ho Ho Ho!

Polar Express
Animated Tom Hanks παραλαμβάνει παιδάκι σε τρένο με κατεύθυνση το εργοστάσιο του Άη-Βασίλη. Αν το είχα δει μικρότερος θα μου άρεσε τόσο πολύ που θα έχυνα χιόνι και θα έχεζα γιρλάντες μέχρι τα επόμενα Χριστούγεννα από τον πολύ ενθουσιασμό.

Bad Santa
Ο πρώην της Τζολί κάνει ένα λεχρίτη μπεκρή ξοφλημένο που δουλεύει ως Άη-Βασίλης μόνο και μόνο για να ληστέψει ένα εμπορικό κέντρο. Βρίζει, πίνει και σνιφάρει κοκαΐνη ενώ έχει για βοηθό ένα μαύρο νάνο που κάνει το ξωτικό. Δε νομίζω ότι υπάρχει πιο σουρεαλιστική πλοκή ταινίας. Όπως και οι γιορτές έτσι και η ταινία έχει end αλλά δεν είναι happy.

Home Alone
Νταξ, πλέον δε θα το ξαναέβλεπα αλλά όσοι είναι κάτω από 30 αυτή τη στιγμή που μιλάμε, σίγουρα θα έχουν σαν ανάμνηση της παιδικής τους ηλικίας αυτή την ταινία. Εκτός κι αν οι γονείς τους δεν είχαν τη δυνατότητα να τους πάρουν τηλεόραση.

Οπότε αν δε θες να βλέπεις τη Στεφανίδου στολισμένη να στέλνει ευχές, τη Σκορδά να χορεύει το Last Christmas και το Λιάγκα να τρώει μελομακάρονα, και να κινδυνεύσεις έτσι να αυτοστραγγαλιστείς με τα φωτάκια του δέντρου από τη σιχαμάρα, κλείσε την τιβί και βάλε να δεις μια από αυτές τις ταινίες.


9. Τι να ακούσεις.

Τι καλύτερο γιορτινό άκουσμα υπάρχει από τα κάλαντα? Και μάλιστα σε live εκδοχή στην πόρτα σου από ερασιτεχνικές παιδικές χορωδίες ή νεαρά πιπινάκια?(το «πιπινάκια» αναφέρεται μόνο στην περίπτωση που θα σου χτυπήσουν τίποτα λυκειόπαιδα, εκτός κι αν είσαι από αυτούς που συχνάζουν έξω από τα δημοτικά με γυαλιά ηλίου, φαρδιές καπαρντίνες και τα χέρια στις τσέπες.) Να μην είσαι γρουσούζης λοιπόν και την παραμονή των Χριστουγέννων να ανοίγεις σε κάθε παιδάκι που σου χτυπάει το κουδούνι για να στα πει και να τα χαρτζιλικώνεις όσο πρέπει.



Αν ανήκεις κι εσύ σε αυτούς που κάθε φορά που ακούνε το Last Christmas τα αρχίδια τους πρήζονται σαν μπάλες χριστουγεννιάτικου δέντρου μπορείς να διαφοροποιηθείς φέτος και να κατεβάσεις μια ροκ συλλογή χριστουγεννιάτικων τραγουδιών όπως αυτή εδώ. Περιλαμβάνει διασκευές χριστουγεννιάτικων τραγουδιών από τον Alice Cooper, τον Iommi των Black Sabbath, τον Lemmy των Motorhead και τον Dave Grohl των Nirvana.

Προσωπικά σαν soundtrack των φετινών Χριστουγέννων έχω το καινούργιο cd των Nightwish. Εκτός από γαμάτοι και επικοί, δύο λέξεις που χαρακτηρίζουν απόλυτα και τα Χριστούγεννα, οι Nightwish επιπλέον α)είναι από τη Φινλανδία την πατρίδα του Άη-Βασίλη, β)ο κύριος συνθέτης του συγκροτήματος είναι γεννημένος ανήμερα τα Χριστούγεννα και γ) ο μπασίστας, και ενίοτε τραγουδιστής του συγκροτήματος, με το cool μούσι του θυμίζει μια υπερ-γαμάτη ροκ εκδοχή του Άη-Βασίλη!


Κι έτσι για του λόγου το αληθές πάρε κι ένα βιντεοκλιπάκι από το πρώτο single του νέου cd των Nightwish να γίνει πανικός!




10. Τι να γράψεις στο γράμμα που θα στείλεις στον Άη-Βασίλη.

Σε αυτό το σημείο θα κάνω λίγο στην άκρη και θα αφήσω το πραγματικό αφεντικό αυτής της γιορτής να πει τη γνώμη του για το θέμα. Με καμάρι λοιπόν σου παρουσιάζω σε παγκόσμια αποκλειστικότητα την πρώτη και μοναδική συνέντευξη που πάρθηκε ποτέ από τον Άη-Βασίλη!

Ταράν ταράαααααααν!
 
Η συνέντευξη του Άη-Βασίλη, όπως δόθηκε στον phantom:



-Κατ’αρχάς Άγιε Βασίλη να σας ευχαριστήσω για αυτή τη συνέντευξη, η οποία απ’ότι αντιλαμβάνομαι είναι η πρώτη δημόσια συνέντευξη που δίνετε.

-«Η ευχαρίστηση είναι όλη δική μου. Χο χο χο!»

-Καταλαβαίνω ότι αυτές τις μέρες είστε ιδιαίτερα πολυάσχολος οπότε ας ξεκινήσουμε αμέσως με τις ερωτήσεις. Δέχεστε ακόμα γράμματα από παιδιά που ζητάνε δώρα για τα Χριστούγεννα?

-«Μα φυσικά, χο χο χο! Ειδικά τώρα που η τεχνολογία έχει εξελιχθεί, εκτός από γράμματα δέχομαι και e-mails, requests στο facebook, mentions στο twitter ή sms από όσους έχουν το κινητό μου, χο χο χο! Καμιά φορά μέχρι κι ο Batman μου στέλνει τι δώρο θέλει προβάλλοντάς το με έναν προβολέα στα σύννεφα.»



-Αλήθεια, από τα ελληνόπουλα δέχεστε γράμματα?

-«Φυσικά και δέχομαι, χο χο χο! Μόνο που θα σε παρακαλούσα να τους ενημερώσεις να γράφουν σωστά τη διεύθυνση μου και το ονοματεπώνυμό μου γιατί πολλές φορές αντί να στείλουν σε μένα τα γράμματα τα στέλνουν κατά λάθος λόγω συνωνυμίας στον άλλον Σάντα, το Λάκη Σάντα που κατέβασε τη Γερμανική σημαία μαζί με τον Γλέζο την περίοδο της κατοχής. Πριν δυο χρόνια είχε έρθει εκνευρισμένος ο Λάκης Σάντας στο εργαστήρι μου και μου είχε πει “ή κάνεις κάτι να μη μου έρχονται τα γράμματα από τα μαλακισμένα σου ή σου κατεβάζω τα μούτρα όπως κατέβασα και τη σημαία”. Ήταν πολύ εκνευρισμένος.»

-Τι σας ζητάνε συνήθως τα παιδιά?

«Τα πάντα! Χο χο χο! Τον παλιό καιρό τα πράγματα ήταν πολύ πιο απλά. Ζητούσαν ένα αυτοκινητάκι, μια κούκλα, ένα ημερολόγιο, μια κορνίζα, γενικά πράγματα που είναι εύκολο να τα δημιουργήσεις. Έβαζα τα ξωτικά στο εργοστάσιο, τους έδινα εκεί λίγα ξύλα, λίγη μπογιά και μερικά υφάσματα και τσουπ! στο πιτς φυτίλι είχαν έτοιμα χιλιάδες δώρα.

Τώρα όλα τα παιδιά μου ζητάνε κινητά, φωτογραφικές μηχανές, Wii, i-phone, λάπτοπ με i7 επεξεργαστή. i στα διάλα δηλαδή! Πώς θα βάλω εγώ τα ξωτικά να μου φτιάξουν λάπτοπ και i-phone μου λες? Ο γαμημένος Steve Jobs νομίζουν ότι είμαι? Αν μπορούσα να φτιάχνω τέτοια νομίζεις θα καθόμουν σαν μαλάκας να διαβάζω γράμματα και να μοιράζω δωράκια στο τζάμπα? Όχι βέβαια, θα έφτιαχνα μια σειρά από υπολογιστές και κινητά θα έβαζα σαν σήμα μια δαγκωμένη χριστουγεννιάτικη μπάλα και μετά θα χεζόμουν στο τάληρο. Θα μπορούσα να τα ονομάσω Άη-phone!

Να φανταστείς μια φορά που δοκίμασα να φτιάξω τη δική μου παιχνιδομηχανή, το Rudolfstation, μου τράβηξε μια μηνυσάρα η Sony που ακόμα προσπαθώ να την ξεπληρώσω. Από τότε άσπρισαν τα μαλλιά μου, από το άγχος!»

-Άγχος άγχος, αλλά δε βλέπω να έχετε χάσει κιλά. Πώς καταφέρνετε και χωράτε από τις καμινάδες παρόλο που είστε...κάπως εύσωμος? Και πώς μπαίνετε στα σπίτια που δεν έχουν καμινάδα?

«Όλοι πιστεύουν ότι μπαίνω από την καμινάδα αλλά αυτό δεν είναι παρά μια παραπληροφόρηση. Ακολουθώ μια τακτική που μας έμαθαν στο στρατό: χτυπάς εκεί που δε σε περιμένουν. Όλοι νομίζουν ότι θα εμφανιστώ από το τζάκι αλλά εγώ εμφανίζομαι κρυφά από άλλο σημείο του σπιτιού. Όπως όταν θες να αρνηθείς μια πορδή: κλάνεις σιγανά και μόλις αρχίσει να βρωμάει κοιτάς αυστηρά τριγύρω δήθεν για να βρεις ποιός το έκανε. Κάτι παρόμοιο κάνω κι εγώ, μόνο που έχω πετάξει τα δίχτυα της παραπλάνησης πριν καν ξεκινήσω. Από πού μπαίνω στην πραγματικότητα δε θα στο αποκαλύψω, αυτά είναι μυστικά της δουλειάς. Όσο για τα κιλά μου τι να σου πω, με παχαίνουν οι πολλές γαλοπούλες. Ξέρεις τι κοινό έχει μια γυναίκα και μια γαλοπούλα? Όλοι προτιμάνε στήθος ή μπούτι! Χο χο χο!»



-Τι έχετε να πείτε σε αυτούς που σας κατηγορούν ότι σας ντύνει η Coka-Cola?

«Να πάνε να γαμηθούνε, αυτό έχω να τους πω! Κακό είναι που έχω έναν χορηγό? Πώς στα αθλήματα οι εμφανίσεις των παικτών έχουν πάνω τα χρώματα του χορηγού, εγώ τι πειράζει δηλαδή να έχω της Coca-Cola? Εξάλλου δεν έχω το έμβλημα του Καντάφι, της Coca-Cola έχω, ενός προϊόντος που το πίνουν όλοι. Το ξέρεις ότι το Easter Bunny έχει χορηγό τη Barbie και γι’αυτό είναι ροζ? Αλλά κανείς δεν ασχολείται με αυτή την τριχόμπαλα, τη γράφουν στα αρχίδια τους και μόνο με εμένα τα βάζουν.  Δηλαδή τι θα άλλαζε αν ντυνόμουν μόνος μου ή αν με έντυνε μια από αυτές τις πουστάρες στο Fab 5? Έχουμε έξοδα κύριοι κι αυτά τα δώρα κάποιος πρέπει να τα πληρώσει. Don’t blame the player, blame the game. Χο χο χο!»


-Η άποψή σας ποια είναι για όλους αυτούς τους πλαστούς αγιο-Βασίληδες που κυκλοφορούν στους δρόμους και στα εμπορικά κέντρα και σας μιμούνται?

«Α δεν έχω πρόβλημα, όλοι οι μεγάλοι σταρ έχουν μιμητές. Απλά εμένα πλέον δε μου επιτρέπεται να παίρνω παιδάκια στα γόνατά μου και να ακούω τις ευχές τους. Μετά από ένα συμβάν τις προάλλες που περιελάμβανε ένα κοριτσάκι στα γόνατά μου, έναν υπερ-προστατευτικό γονιό κι ένα κινητό που δονούταν στη τσέπη μου βγήκε δικαστική εντολή να μην πλησιάσω μικρό παιδί στα δέκα μέτρα...»



-Τα ελληνόπουλα τι σας ζητάνε για φέτος τα Χριστούγεννα?

«Τα ελληνόπουλα με έχουν προβληματίσει πολύ φέτος. Παλιά μου ζητούσαν τα κλασικά δωράκια, κούκλες, action-man, κανά skateboard, άντε μόνο για μια περίοδο μερικά λίγο μεγαλύτερα παιδιά μου ζητούσαν να τους φέρω το dvd τη Τζούλιας. Δεν τους χάλασα κανένα χατήρι μέχρι και το dvd κατάφερε και το βρήκε ένα ξωτικό που είχε κονέ με τον Σειρηνάκη αλλά το μοίρασε και στα υπόλοιπα ξωτικά ένα βράδυ κι έγινε το σώσε στο εργαστήρι. Έμεινε πίσω η παραγωγή παιχνιδιών για 2 ολόκληρες μέρες, μιλάμε ξεζουμίστηκαν τα ξωτικά. Ό,τι δώρο μοιράσαμε εκείνη τη χρονιά το άγγιζες και κόλλαγε, τα πάντα μύριζαν χυσίλα.

Φέτος τα πράγματα έχουν σοβαρέψει. Πάνω που έκλεισα μια συμφωνία με τη Nintendo και τώρα μπορώ να εισάγω και Wii έρχονται μερικά ελληνόπουλα και αντί για παιχνίδια μου ζητάνε πράγματα όπως το να δώσω πάλι πίσω στο μπαμπά τους τη δουλειά του, να τους ξεπληρώσω το δάνειο του σπιτιού για να μην τους πετάξουν στο δρόμο, ή να φέρω παγκόσμια ειρήνη και οικονομική σταθερότητα. Μα είμαστε σοβαροί? Πού νομίζουν ότι στέλνουν γράμμα και μου μιλάνε για παγκόσμια ειρήνη, στα καλλιστεία?

Θα σου διαβάσω ένα γράμμα αυτολεξεί για να καταλάβεις. "Αγαπητέ Άγιε Βασίλη, ο πατέρας μου μετά από χρόνια εργασίας απολύθηκε από τη δουλειά του και δεν έχουμε να πληρώσουμε το νοίκι. Ο πατέρας μου έπεσε σε βαθιά κατάθλιψη με αποτέλεσμα η μητέρα μου να μας παρατήσει για έναν πλούσιο Αλβανό. Ο μικρός μου αδελφός χρειάζεται να κάνει εγχείρηση στο νεφρό του και δεν έχουμε λεφτά. Σε παρακαλώ κάνε κάτι."

Τι στον πούτσο να απαντήσω σε αυτό το παιδάκι? Να του πω ορίστε ένα κουκλόσπιτο για να έχεις κάπου να μένεις όταν σας πετάξουν στο δρόμο? Ή να του στείλω καλύτερα μια καραμπίνα να γλιτώσει από τη μιζέρια τους αυτόν και τον αδερφό του?»

-Τελικά τι δώρο του στείλατε αυτού του παιδιού?

«Του έστειλα τα αποτελέσματα από ένα τεστ DNA που έλεγε ότι ο αληθινός του πατέρας ήταν ο πλούσιος Αλβανός με τον οποίο έφυγε η μάνα του. Τώρα είναι όλοι ευτυχισμένοι.

Κοίταξε, θα πρέπει επιτέλους να καταλάβετε ότι ο ΑΗ-ΒΑΣΙΛΗΣ ΦΤΙΑΧΝΕΙ ΜΟΝΟ ΓΑΜΗΜΕΝΑ ΔΩΡΑ. Το αν έχεις οικονομική κρίση ή πολλά σπυράκια ή ευαίσθητο έντερο δεν είναι δικό μου πρόβλημα. Εγώ είμαι εδώ για να στέλνω μόνο παιχνίδια. Αν αυτό σε βοηθήσει στη ζωή σου καλώς, αλλιώς ας προσέχατε τι ψηφίζατε. Τι θέλετε πια, να πιάσω τη Μέρκελ και να την αρχίσω στα γλυφομούνια μπας και σας δώσει κι άλλα λεφτά? Νισάφι πια, νισάφι!»

-Νομίζω ήσασταν σαφής. Σας ευχαριστώ γι’αυτή τη συνέντευξη, αν και πρέπει να σας πω ότι σοκάρομαι γιατί σας βρήκα κάπως σκληρό.

«Αν θες να βρεις κάτι ακόμα πιο σκληρό πιάσε τον πούτσο μου, εξυπνάκια.»

-Καλά Χριστούγεννα.

«Ναι ναι, τα Χριστούγεννα όσο εσύ θα χωνεύεις τη γαλοπούλα και θα ροχαλίζεις, εγώ θα δουλεύω τον κώλο μου. Οπότε κράτα τις ευχές για την πάρτη σου. Άντε γεια!»




11. Τελευταία χριστουγεννιάτικη συμβουλή για φέτος: Δεν είναι κακό αν κλάψεις…


Το να ξεσπάσεις σε κλάματα στο άσχετο στη μέση ενός ρεβεγιόν μπορεί να κάνει τους άλλους να νομίσουν ότι έχεις κάποια προσωπικά προβλήματα ή ότι δεν ανταποκρίνεσαι πλέον στα ψυχοφάρμακά σου. Μη σε νοιάζει όμως, στις γιορτές κάθε παράξενη συμπεριφορά θεωρείται αποδεκτή και δικαιολογήσιμη. Η υπερβολική αγάπη των άλλων ανθρώπων τριγύρω, η αργία, τα φώτα, τα τραγούδια, όλα αυτά ίσως δημιουργήσουν παράξενα συναισθήματα, διαφορετικά σε κάθε άνθρωπο. Άλλοι μπορεί να γελάνε κι άλλοι μπορεί να φάνε κατακούτελα μια κρίση αυτοκριτικής κι εσωτερικής αναζήτησης και να νιώθουν μιζέρια και δυστυχία. Τίποτα δεν είναι πιο ανακουφιστικό από ένα καλό ξεγυρισμένο γιορτινό κλάμα. Με λυγμούς και μύξες να τρέχουν.

Ίσως μερικοί να εξακολουθούν να πιστεύουν ότι είναι ντροπιαστικό να κλαίει κάποιος σε δημόσιο χώρο, ειδικά αν είναι άντρας, αλλά σκέψου πως το να κλαις δεν είναι κι η χειρότερη προοπτική που μπορεί να σου τύχει. Το να κλαις σε ένα ταξί ας πούμε είναι καλύτερο από το να ξερνάς σε ένα ταξί. Δεν πρόκειται να στο χρεώσουν τουλάχιστον.


Καλά Χριστούγεννα σε όλους!


X-M@$ by Corey Taylor on Grooveshark

X-M@S - Corey Taylor

Ho Ho Ho Ho! 

There ain’t nothing more depressing than a pine tree
Gussied up with candy canes and balls
Those carolers have kept me up for hours
It’s Merry Christmas seeping through my walls
Now I’m no wiccan commie nut or nothing
But there’s one damn holiday that I can’t stand
It ain’t Halloween or Thanksgiving or even April Fools
But it’ll surely make a fool out of every man
HA

If I ain’t drunk then it ain’t Christmas
You know where to stick those jingle bells
If I ain’t hammered it ain’t Hanukkah
And all you motherfuckers go to hell
If I ain’t cockeyed then it ain´t Kwanzaa
Joy to the world with jack and cokes
If I ain’t drunk then it ain’t Christmas
Cause I never anything but broke

Now every year the malls are just a madhouse
Full of empty pockets, thoughts and smiles
Just the smell of Eggnog makes me vomit
And those colored lights are fucking infantile
I think we collectively as the people
Should rise against this corporate jolly noise
And tell the world:
“Let’s buy some peace and quiet for a change”
Before we spend it all on fucking toys.
HA

So if I ain’t drunk then it ain’t Christmas
You know where to stick those jingle bells
If I ain’t hammered it ain’t Hanukkah
Fa la la la la go fuck yourself!
If I ain’t cockeyed it ain’t Kwanzaa
Joy to the world of getting stoned
If I ain’t drunk then it ain’t Christmas
So leave this god damn scrooge the fuck alone.
HA


MERRY FUCKING CHRISTMAS!


13 Δεκ 2011

Καταδολίευση

Φαίνεται πως αυτές τις μέρες εδώ στη γειτονιά μου διανύουμε τη φάση "θέλω να γίνω λογοτέχνης". Δεν ξέρω αν θυμάσαι το περσινό ποστ τέτοιο καιρό, όπου ο swift είχε κάνει την πρώτη του λογοτεχνική απόπειρα λαμβάνοντας μέρος σε ένα διαδικτυακό διαγωνισμό διηγήματος. Το θυμάσαι δεν το θυμάσαι στον ίδιο διαγωνισμό πήγε κι έλαβε μέρος και φέτος.

Καθώς διάβαζα τη φετινή ιστορία του κάποια σημεία μου φάνηκαν πολύ αστεία και σε μια στιγμή απερισκεψίας τού υποσχέθηκα ότι θα την ανεβάσω στο blog. Θα τηρήσω αυτή μου την υπόσχεση όχι γιατί είμαι άνθρωπος που κρατά τις υποσχέσεις του αλλά γιατί ο swift εκτός από παιδικός φίλος είναι και μάνατζερ της fan page αυτού του blog στο facebook και καλό είναι να μην του χαλάω χατήρια! Επιπλέον το κομμάτι του κειμένου του το οποίο έχω βάλει με έντονα bold γράμματα πιστεύω πως είναι η πιο επικά ειρωνική λογοτεχνική απόπειρα που έχει γραφτεί από την εποχή που ανακαλύφθηκε το κασκόλ του καλλιτέχνη.

Αν δεν έχεις έρθει ποτέ σε επαφή με τη συγγραφική προσωπικότητα του swift να σε ενημερώσω ότι τα κείμενά του συνήθως είναι αυτοβιογραφικά, αυτοσατυρικά και ενίοτε αυτοκαταστροφικά. Όντας τσαντισμένος επειδή η πρώτη του περσινή απόπειρα -με ένα σοβαρό κείμενο- είχε αποτύχει να γοητεύσει την κριτική επιτροπή αποφάσισε φέτος να διαγωνιστεί με το παρακάτω κείμενο:


Τίτλος: Καταδολίευση (by swift).
 
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας νεαρός ο οποίος ζούσε στην εποχή των videogames και του ίντερνετ. “Καιγόταν” δηλαδή στα site κοινωνικής δικτύωσης παίζοντας παιχνίδια αλλά και συνομιλώντας με άτομα από τα παλιά, όπως συμμαθητές, που είχε χάσει επαφή και τους ξαναβρήκε στο facebook. Επίσης έστελνε αιτήματα φιλίας σε άγνωστα άτομα για να κάνει και νέους φίλους, “ανέβαζε” φωτογραφίες που είχε τραβήξει και “πόσταρε”  τραγούδια στον τοίχο του για να δουν οι φίλοι του και να του κάνουν like αλλά και να του αφήσουν σχόλια. Επίσης κατά το σερφάρισμα στο διαδίκτυο “κατέβαζε” ταινίες και μουσική, διάβαζε αγαπημένα blogs, ιστολόγια επί το ελληνικότερον, και ενημερωνόταν για τις νέες τάσεις στη μουσική από myspace και jumpingfish.

Ένα απόγευμα καθώς διάβαζε τη διαδικτυακή έκδοση μιας εφημερίδας, έπεσε το μάτι του σε μία στήλη που έγραφε για έναν διαγωνισμό διηγήματος που διοργάνωνε ένας ιστότοπος (κοινώς site). Οι κανόνες ήταν απλοί, έπρεπε λέει να γράψεις ένα διήγημα μέχρι χίλιες λέξεις που να περιέχει τις εξής εφτά λέξεις: αγάλμα, βιολί, καμβάς, κάμερα, μάσκα, πένα, τανγκό. Του φάνηκε εύκολο, σχεδόν γελοίο κι έκατσε λοιπόν και έγραψε το διήγημα μέσα σε λίγη ώρα. Πολύ καλό κατά τη γνώμη του αλλά και όσων φίλων το διάβασαν, χωρίς κραυγαλέες εκφράσεις και φανφάρες όπως: “τι ωραία που πέφτει η βροχή στη μενεξεδένια μας αυλή”, “-Χορεύετε; -Εξαρτάται τις ορέξεις”, “η διονυσιακή μάσκα σου πάει τρέλα”, ένα άγαλμα που στροβιλίζεται γελώντας”, “στη μπρούτζινη μεριά του χώματος κάτι πλοκάμια μαδημένα”, μεθυσμένα ξωτικά κι αγάλματα”, “όταν πεισμώνω ιδρώνουν οι μασχάλες μου”.

Το στέλνει το απλό κι απέριττο διήγημα λοιπόν δυο μέρες προτού εκπνεύσει η προθεσμία και περίμενει την ανακοίνωση της ημερομηνίας. Ένα μήνα αργότερα μαθαίνει την  ημερομηνία, η οποία τελικά ήταν τρείς μήνες μετά τη λήξη του διαγωνισμού. Περνάει ο καιρός και φτάνει η μεγάλη ημέρα οπότε παίρνει τρεις καλούς του φίλους να πάνε στο χώρο που γινόταν η απονομή. Φτάνουν, στρογγυλοκάθονται, πάνε να παραγγείλουν καφέ μιας και ήταν έξι το απόγευμα και τους έρχεται η αποστομωτική απάντηση: “Δε φτιάχνουμε καφέ!” “Έχουμε μόνο πορτοκαλάδα ή μπύρα”. Τι να κάνουνε λοιπόν οι φίλοι, αποφασίζουν να πάρουν αντί για ξινισμένη πορτοκαλάδα στιμμένη από το πρωί που ήταν η μία επιλογή να πάρουν μπύρες που ήταν η άλλη επιλογή και τις οποίες τελικά τις πληρώσανε €7 τη μία, ούτε στο Balux να είχαν βγει για ποτό! 


Ξεκινάει η εκδήλωση, φτάνει κι η ώρα της ανακοίνωσης των νικητών και της απονομής των βραβείων, και ήταν ηλίου φαεινότερον, φως φανάρι δηλαδή ότι οι νικητές είχαν ειδοποιηθεί από πριν γιατί όλοι είχαν σκάσει στην τρίχα ντυμένοι είτε με σούπερ κουστουμιά λες και παντρευόταν ο διάδοχος του θρόνου την εκλεκτή της καρδιάς του (και της μαμάς του) είτε φορώντας καμπαρντίνα και το “κασκόλ του καλλιτέχνη” αν ήταν γένους αρσενικού (του θύμισαν τον Καλυβάτση στους ΑΜΑΝ όταν έκανε το ζωγράφο Μαέβιο Παχατουρίδη), ενώ αν ήταν γένους θηλυκού το “φουλάρι της διανοούμενης”.

Τι αποκόμισε λοιπόν, ο νεαρός, από όλη αυτή τη διαδικασία; Κατέληξε στο συμπέρασμα  ότι ο γραπτός λόγος δεν είναι έργο τέχνης και πρέπει να γράφεις άμα έχεις κάτι ουσιαστικό να πεις και να έχεις γενικά αρχή μέση και τέλος αλλιώς άνοιξε ένα λεξικό διάλεξε μερικές λέξεις όπως άναξ, εύδιος, νεφελοβατώ, ουλόθριξ, ουτιδανός, τολύπες, ένωσε τες και φτιάξε διήγημα σαν αυτό εδώ:

Ο ουλόθριξ ήρωας μας έκλεισε τον browser (περιηγητή σελίδας) και μετά τερμάτισε τη λειτουργία του υπολογιστή του. Φόρεσε την αγαπημένη του μπλούζα από κασμίρ και βγήκε από το φτωχικό του σπίτι. Κοίταξε τριγύρω του, ο καιρός ήταν εύδιος, ένας λαμπρός ήλιος  έστεκε χαμηλά και έβαφε πορτοκαλί τα ελάχιστα σύννεφα, όμοια με τολύπες καπνού, που βρίσκονταν στον ουρανό.

Αμέσως ξαστέρωσε ο νους του και ένιωσε σαν άναξ. Αποφάσισε να περιπλανηθεί στους πολύβουους δρόμους και τα ντεπό κοντά στο παλιό ντοκ. Εκεί που είχε χαθεί στις σκέψεις του και νεφελοβατούσε στη μέση του δρόμου κάτι ουτιδανό του τράβηξε την προσοχή επάνω στο πεζοδρόμιο κι έτρεξε γρήγορα για να δει τι ήταν. Ήταν ένα κομμάτι χαρτί, απλώς ένα κομμάτι χαρτί που όμως έγραφε: “Ο από μηχανής Θεός”. “Ο από μηχανής Θεός;” σκέφτηκε. 

Εκείνη τη στιγμή γυρίζει το βλέμμα του στο δρόμο, εκεί που μερικά στιγμιότυπα  πριν περπατούσε καταμεσής. Βλέπει ένα αυτοκίνητο να “τρέχει σαν τρελό” και να παραβιάζει το φωτεινό σηματοδότη, να εκτρέπεται της πορείας του λόγω τηςυπερβολικής ταχύτητας και να καταλήγει σε ένα στύλο της ΔΕΗ. Έτσι σώθηκε την τελευταία στιγμή από το να τον χτυπήσει αμάξι και να κοπεί άδοξα το νήμα της ζωής του. Οπότε ο ήρωας μας, μετά από αυτό το περιστατικό, αποφάσισε να επιστρέψει σπίτι του και να συνεχίσει να “καίγεται” στο facebook. 

Με ένα τέτοιο διήγημα λοιπόν θα καταφέρεις να πάρεις παμψηφεί το πρώτο βραβείο σε κάτι τέτοιους διαγωνισμούς από έντυπα ηλεκτρονικά ή μη, που αυτοπροσδιορίζονται ως οάσεις κουλτούρας ή δίαυλοι προώθησης της  τέχνης, και που βραβεύονται ιστορίες που κάνουν μπαμ ότι τις έχει γράψει ψαγμένος κουλτουριάρης τύπος.



Όπως καταλαβαίνεις στην εκδήλωση βράβευσης των νικητών ο swift πήρε όσα βραβεία έχει πάρει κι η Pamela Anderson στα Όσκαρ. Κανένα. Σε κάποια φάση όμως ανέφεραν από το μικρόφωνο πως φέτος είχαν και μερικές συμμετοχές που πήγαν "κόντρα στο ρεύμα" *hint hint*. Yep, για τον swift έλεγαν. Definitely. Το να σε θεωρούν κόντρα στο ρεύμα της λογοτεχνικής φανφαρολογίας είναι το καλύτερο βραβείο που μπορεί να πάρει κάποιος.

Υ.Γ.1 Οι λογοτεχνικές φανφάρες που αναφέρει στο κείμενό του ο swift, αυτά δηλαδή περί μασχαλών που ιδρώνουν, αγαλμάτων που στροβιλίζονται και μαδημένων πλοκαμιών είναι φράσεις παρμένες αυτούσιες από τα κείμενα των νικητών.

Υ.Γ.2 Αν δεν έχεις άλλα ενδιαφέροντα στη ζωή σου και θες να μάθεις περισσότερα για το διαγωνισμό καθώς και για το τι είχε συμβεί πέρσι μπορείς να διαβάσεις το περσινό ποστ κάνοντας κλικ εδώ.

Υ.Γ.3 Τις ευχές για τα Χριστούγεννα θα τις πούμε σε χριστουγεννιάτικο πόστ πριν τα Χριστούγεννα.

2 Δεκ 2011

Πώς απέτυχε η πρώτη μου απόπειρα να γράψω βιβλίο.

Όταν γράφεις σε blog είναι αναπόφευκτο κάποια στιγμή να οδηγηθείς στην ψευδαίσθηση ότι είσαι συγγραφέας. Αυτό έπαθα εγώ τις προάλλες… και ξεκίνησα να γράφω μια ιστορία. Παρακάτω είναι όλη η τραγική απόπειρα αυτού του εγχειρήματος:


Ο Λευτέρης ήταν ένα συνηθισμένο 12-χρονο αγόρι. Μέτριο ανάστημα, μέτριος μαθητής, μέτριος στα αθλήματα. Ακόμα και η εμφάνισή του ήταν συνηθισμένη: καστανά ανάκατα μαλλιά πλαισίωναν ένα λιπόσαρκο νεαρό πρόσωπο, το οποίο τονιζόταν από δυο διαπεραστικά γαλανά μάτια. Συνήθως περνούσε απαρατήρητος, δύσκολα τον ξεχώριζες ανάμεσα στους συνομηλίκους του. Ενδιαφέροντα πολλά δεν είχε, δεν ήταν σε τίποτα ιδιαίτερα καλός, σαν να μην είχε βρει ακόμα την κλίση του αυτό το κάτι στο οποίο κάποια μέρα θα διέπρεπε. Χωρίς να το γνωρίζει, η ώρα που θα αποκαλυπτόταν μια μεγάλη αλήθεια για το πεπρωμένο του πλησίαζε…

Ένα όμορφο μεσημέρι, μόλις το καμπανάκι του σχολείου τους είχε σημάνει το σχόλασμα, ο Λευτέρης πήγε μαζί με την κολλητή φίλη του την Νικολέτα στην κεντρική πλατεία της γειτονιάς τους. Κάθισε βαριεστημένα σε μια από τις κούνιες της πλατείας και κατέβασε με θλίψη το βλέμμα του κάτω στα χαλίκια. Η Νικολέτα κάθισε στη διπλανή κούνια.

«Είσαι στεναχωρημένος?» τον ρώτησε.

«Όχι… Βασικά, ναι… Δηλαδή δεν ξέρω.»

«Τι συμβαίνει?» ρώτησε η Νικολέτα με ειλικρινές ενδιαφέρον.

«Είναι τα γενέθλιά μου σήμερα και κανείς δεν τα θυμήθηκε. Είναι σαν να μην μου δίνει κανείς σημασία. Αν με πάταγε αυτή τη στιγμή αυτοκίνητο να δεις που δε θα έλειπα σε κανέναν».

«Αυτό δεν είναι αλήθεια», του απάντησε η Νικολέτα και του χαμογέλασε τόσο πλατιά που φωτίστηκε όλο της το πρόσωπο. «Εγώ σε θυμήθηκα» του λέει και βγάζει ένα πακέτο από την τσάντα της και του το δίνει. «Χρόνια πολλά».

Ο Λευτέρης σήκωσε το βλέμμα του και χαμογέλασε. Ένιωθε ότι ήταν πολύ τυχερός που είχε φίλη τη Νικολέτα.

«Δε χρειαζόταν να μου πάρεις δώρο» είπε ο Λευτέρης, ενώ είχε ήδη αρχίσει να το ξετυλίγει.

«Δεν είναι κάτι σπουδαίο. Είναι απλά ένα τετράδιο. Δε θέλω να είσαι στεναχωρημένος, είμαι σίγουρος πως και οι θετοί σου γονείς σε έχουν στην καρδιά τους και θα σε θυμηθούν σήμερα. Να δεις που μόλις γυρίσεις σπίτι θα σου έχουν ετοιμάσει κάτι ξεχωριστό».

«Ναι καλά…» ξεκίνησε να λέει ο Λευτέρης αλλά η φράση του έμεινε μετέωρη, όπως και το σαγόνι του το οποίο δεν έλεγε να κλείσει από την έκπληξη με αυτό που είχε μόλις δει: πίσω από τη Νικολέτα είχε εμφανιστεί σαν από το πουθενά ένας τεράστιος τύπος, σαν γίγαντας, με μακριά μούσια και μια φαρδιά καπαρντίνα. Το νεαρό αγόρι τινάχτηκε προς τα πίσω και το τετράδιο του έπεσε από τα χέρια.

Ο τεράστιος τύπος με την καπαρντίνα πλησίασε κι άλλο τα δύο παιδιά. Τα είδε φοβισμένα και για να τα καθησυχάσει έβγαλε από την τσέπη δυο καραμέλες και τους τις έδωσε.

«Είσαι ο Λευτέρης?» ρώτησε με τραχιά, μπάσα φωνή.

«Ν,νν,ναι…» ψέλλισε ενώ ξετύλιγε σαν υπνωτισμένος την καραμέλα του.

«Μη φοβάσαι. Έχω να σου κάνω μια πολύ σημαντική αποκάλυψη.» Ο γίγαντας έγειρε κι άλλο προς τα παιδιά και χαμήλωσε τη φωνή του. «Ονομάζομαι Οράτιος και δουλεύω επιστάτης στη σχολή Μαγείας και Τελετουργιών Χομποντόμπουαρτς. Οι πραγματικοί σου γονείς ήταν μάγοι. Και το ίδιο είσαι και εσύ! Ήρθα να σε πάρω για να γίνεις μαθητής στη σχολή μας.»

«Oh come on!!!» είπε με οργή ο Λευτέρης. «Για βάστα λίγο ρε μάστορα γιατί μου φαίνεται πως το έχουμε παραγαμήσει το θέμα. Έι! Έι εσύ εκεί πάνω με ακούς? Ε εσύ είσαι συγγραφέα, πού είσαι?»

*Σε μένα μιλάς?*

«Ναι, σε σένα που γράφεις αυτές τις παπαριές! Δε ντρέπεσαι λίγο ρε?»

*Για ποιο λόγο να ντραπώ?* 

«Τι μαλακίες είναι αυτές που γράφεις?»

*Εντάξει ίσως έχει κάποια μικρά λαθάκια η ιστορία, αλλά αν λάβεις υπόψη ότι είναι η πρώτη μου προσπάθεια νομίζω ότι πάει καλά.*

«Τι μικρά λαθάκια ρε? Το μόνο μεγαλύτερο λάθος από αυτή την ιστορία είναι το λάθος που έκανε η μάνα σου όταν σε γέννησε!»

*Δεν καταλαβαίνω προς τι όλη αυτή η επίθεση Λευτέρη. Μην ξεχνάς ότι εγώ σε δημιούργησα. Τι σε ενόχλησε τόσο πολύ πια?*
 
«Ας αφήσω στην άκρη ότι γράφεις λες και είναι έκθεση πρώτης δημοτικού. Είναι όμως δυνατόν να νομίζεις ότι δε θα προσέξει κανείς πως έχεις κατακλέψει τον Χάρι Πότερ? Λίγο παραπάνω αντιγραφή αν τον έκανες θα έβγαζες βυζιά και το επώνυμό σου θα είχε αλλάξει σε Ρόουλινγκ! 12χρονο παιδί που ξαφνικά στα γενέθλιά του μαθαίνει ότι οι πεθαμένοι γονείς του ήταν μάγοι κι ότι θα πάει να φοιτήσει σε σχολή μάγων? Copy paste ο Πότερ είναι! Ακόμα και το όνομα Χομποντόμπουρτς θυμίζει το Χόγκουαρτς αλλά σε πιο ηλίθια εκδοχή! Μέχρι και τον επιστάτη τον έκανες τεράστιο χοντρό με μούσι, σαν αυτόν στου Χάρι Πότερ.»

«Για να πούμε και του στραβού το δίκιο» πετάχτηκε ο Οράτιος «δεν είπε πουθενά ότι είμαι χοντρός. Μπορεί κάτω από την καπαρντίνα να κρύβονται καλοσμιλεμένοι κοιλιακοί. Ε συγγραφέα? Τι λες?» είπε ο Οράτιος κλείνοντας το μάτι.

*Η αλήθεια είναι ότι χοντρό είχα σκεφτεί να σε κάνω, αλλά ναι εντάξει μπορώ να πω ότι είσαι ξέρω γω πολύ γυμνασμένος. Χμμ, ναι γιατί όχι. Κι αν ποτέ η ιστορία μου γίνει ταινία θα σε υποδυθεί ο Σβαρτζενέγκερ, πώς σου φαίνεται?*

«Θα προτιμούσα τον Τζεράρ Μπάτλερ» είπε ο Οράτιος, ο οποίος άνοιξε την καπαρντίνα του και θαύμασε το καλογυμνασμένο του σώμα.

«Συγνώμη που διακόπτω» πετάχτηκε δειλά η Νικολέτα σηκώνοντας το χέρι της «αλλά μιας και βλέπω ότι εδώ καταθέτουμε όλοι τις απόψεις μας, μήπως θα μπορούσα να επισημάνω κι εγώ μερικά λαθάκια?»

*Για να ακούσουμε κι εσένα…*

«Με όλο το σεβασμό, ξέρω ότι εσύ είσαι ο συγγραφέας και μας δημιούργησες όλους από κάπου εκεί ψηλά, αλλά come on συγκεντρώσου λίγο αγόρι μου. Σε παιδικό βιβλίο έρχεται τύπος με καπαρντίνα και μας δίνει καραμέλες? Κι εμείς τις παίρνουμε? Αυτά τα μηνύματα θέλεις να περάσεις στα μικρά παιδιά? Αν τυχόν το βιβλίο γίνει επιτυχία, που δεν το βλέπω, θα βγούνε όλοι οι ανώμαλοι στις πλατείες και θα λένε στα μούλικα να βάλουν το χεράκι στην τσέπη της καπαρντίνας για να πιάσουν ένα σκληρό… μαγικό ραβδί!»

*Εεε ναι, ντάξει, ίσως χρειαστεί κάποια μικρή διόρθωση εκεί.*

«Και τι μαλακίες είναι αυτές που με βάζεις να πω? “Είμαι σίγουρη ότι οι θετοί σου γονείς σε έχουν στην καρδιά τους και θα σε θυμηθούν? “ Ποιός μιλάει έτσι?» συνέχισε η Νικολέτα.

*Το θεώρησα έξυπνο τρόπο να εισάγω στην ιστορία το ότι είναι υιοθετημένος.*

«Μαλακία ήταν. Άσε που ενώ έχει ο άλλος ο κλαψομούνης γενέθλια και είναι μες στη μιζέρια και στην κατάθλιψη εσύ με βάζεις να του υπενθυμίσω ότι είναι ΚΑΙ υιοθετημένος!».

«Ποιόν είπες κλαψομούνη μωρή καριόλα?» πετάχτηκε ο Λευτέρης.

*Έλα παιδιά ηρεμήστε λιγάκι σας παρακαλώ, παιδικό βιβλίο προσπαθούμε να γράψουμε εδώ πέρα. Ωραία τι προτείνετε να κάνουμε?*

«Αν δεν ήμουν εγώ πρωταγωνιστής» είπε ο Λευτέρης «πολύ θα γούσταρα να συνέχιζες να γράφεις αυτή την παπάτζα και μετά να σου τράβαγε μια μηνυσάρα για λογοκλοπή η Ρόουλινγκ, να σε άφηνε μόνο με ένα σώβρακο.»

«Κοίταξε να δεις, ο Χάρι Πότερ είναι ξεπερασμένος πλέον» άρχισε να λέει με πάθος η Νικολέτα αγνοώντας τα δηκτικά σχόλια του Λευτέρη «αυτό που είναι πολύ in αυτή την περίοδο είναι οι βρικόλακες. Κάτι σαν το Twilight ας πούμε. Εγώ θα μπορούσα να είμαι μια πολύ σέξι και έξυπνη τύπισσα, που με θέλουν όλα τα αγόρια και με ζηλεύουν όλα τα κορίτσια και η οποία ερωτεύεται ένα μυστήριο αγόρι, πολύ κακό παιδί και αλήτη αλλά καλό κατά βάθος, που αποδεικνύεται στην πορεία πως είναι βρικόλακας.»

*Χμμμ δεν ξέρω ρε συ, δε μου αρέσουν καθόλου τα Twilight.*

«Έλαααααα, κάνε μια προσπάθεια, πλιζ πλιζ πλιζ πλιζ!» είπε με νάζι η Νικολέτα.

«Τέλεια, τώρα προβλέπω μήνυση και από την Stephenie Meyer» πέταξε ο Λευτέρης.




Σκοτάδι. Παντού γύρω σκοτάδι. Το μόνο που ακούγεται είναι ο ήχος που κάνουν τα τακούνια της στο κρύο δάπεδο καθώς περπατάει. «Αχ τι ήθελα και έκοψα δρόμο από αυτό το σοκάκι» σκέφτηκε η 20-χρονη Νικολέτα. Είχε χάσει το τελευταίο βραδινό λεωφορείο και δεν της έφταναν τα λεφτά που είχε πάνω της για να πάρει ταξί. «Τι άλλο θα μου πάει στραβά» σκέφτηκε. 

Από κάπου μακριά ακούστηκε μια εξάτμιση μηχανής μεγάλου κυβισμού. Η καρδιά της πετάρισε. «Λες να είναι ο Λευτέρης?» αναρωτήθηκε. Και μόνο η σκέψη του της έδωσε θάρρος. Γι’αυτόν είχε βγει απόψε, ήξερε ότι σε αυτά τα μέρη συνήθιζε να κάνει κόντρες με τη μηχανή του, κι ήλπιζε να τον πετύχει. Οι άντρες της έκαναν συχνά καμάκι αλλά κάθε φορά που την πλησίαζε κάποιος, πριν στραφεί να τον κοιτάξει, ήλπιζε να γυρίσει και να δει τα υγρά γαλανά μάτια του Λευτέρη. Σήμερα η βραδιά ήταν απογοητευτική, δεν τον συνάντησε πουθενά. Αχ πόσο της έλειπαν τα μάτια του… κάθε φορά που την κοίταζε ήταν σαν να τη ρουφάνε, σαν να θέλουν να την καταπιούν, την έκαναν να νιώθει στα βάθη της ψυχής της κάτι θερμό και σκοτεινό, έναν ακατανόμαστο πόθο και φόβο μαζί.

«Έι κοριτσάκι!» ακούστηκε μια φωνή πίσω της. Η Νικολέτα γύρισε με κομμένη την ανάσα. Ένας γεροδεμένος πανύψηλος τύπος με μούσια πετάχτηκε πίσω από ένα σκοτεινό κάδο.

«Ποιός είσαι?» είπε η Νικολέτα με τρεμάμενη ανάσα, γουρλώνοντας τα μάτια της για να μπορέσει να τον διακρίνει μες στο σκοτάδι.

«Είμαι ο Οράτιος. Κι εσύ είσαι το επόμενο θύμα μου!»

Ο γεροδεμένος άντρας έκανε αργά βήματα προς το μέρος της. Καθώς περπατούσε άρχισε να σκύβει, έσκυβε κι άλλο, κι άλλο μέχρι που έπεσε στα τέσσερα. Το σώμα του άρχισε να παραμορφώνεται, τρίχες ξεφύτρωναν από την πλάτη του, οι παλάμες και τα πέλματά του μετατρέπονταν σε πατούσες, άγριες τριχωτές πατούσες με μεγάλα γαμψά νύχια. Το στόμα του μάκραινε και τεράστιοι κυνόδοντες ξεφύτρωσαν. Ήταν λυκάνθρωπος!

Η Νικολέτα ξεκίνησε να τρέχει, φωνάζοντας βοήθεια. Ήξερε ότι κανείς δεν επρόκειτο να την ακούσει σε αυτό το σκοτεινό σοκάκι, ένιωθε καταδικασμένη. Καθώς έτρεχε, ένιωθε την καυτή ανάσα του λυκανθρ

«Συγνώμη! Συγγραφέα να σε διακόψω λίγο?» ρώτησε η Νικολέτα.

*Τι είναι πάλι? Στο καλύτερο σημείο με κόβεις.*

«Δε λέω, καλή αυτή η σκοτεινή ατμόσφαιρα η αγωνία και τα ρέστα που δημιούργησες αλλά δώσε λίγες παραπάνω λεπτομέρειες στην περιγραφή μου ρε άνθρωπε. Εμάς τις γυναίκες μας ενδιαφέρουν πολύ τα θέματα της μόδας.»

Καθώς έτρεχε, ένιωθε την καυτή ανάσα του λυκανθρώπου στο σβέρκο της ακριβώς κάτω από την αλυσίδα του κολιέ από λευκόχρυσο που είχε κρεμασμένο στο λαιμό της. Τα πόδια της ταλαντεύονταν επικίνδυνα πάνω στις μαύρες πανάκριβες γόβες της, αλλά δεν έπρεπε να επιτρέψει να χάσει την ισορροπία της. Το βεραμάν φόρεμά της που της έφτανε μέχρι το γόνατο κι έκανε ένα σέξι V στο στήθος κυμάτιζε στον υγρό βρωμερό αέρα του σοκακιού. Ο ψηλός υπέροχος κότσος στα μαλλιά της παρόλο το τρεχαλητό είχε διατηρηθεί ανέπαφος.

Κάποια στιγμή το σοκάκι κατέληξε σε αδιέξοδο. Πανικόβλητη κόλλησε την πλάτη της στον τοίχο και γύρισε να κοιτάξει τον θηρευτή της. Ο Οράτιος συνηθισμένος να παίζει με το φαγητό του την πλησίασε λαίμαργα και τη μύρισε. Η μυρωδιά της Magnifique της Lancome του πλημμύρισε τα ρουθούνια.

«Όχι μηηηηηηη!» φώναξε η Νικολέτα. «Μη σου λέω! Ε συγγραφέα σε σένα το λέω! Όχι μη τη Magnifique, για καμιά φτηνιάρα με πέρασες? Τη σιχαίνομαι αυτή την κολόνια!».

Η μυρωδιά της Hugo Boss του πλημμύρισε τα ρουθούνια.

«Ίου! Αυτή είναι αντρική άσχετε!».

*Ποιά κολόνια σου αρέσει μπας και το βουλώσεις επιτέλους?*

«Η Diamonds του Armani».

Η μυρωδιά της Diamonds του Armani του πλημμύρισε τα ρουθούνια. Το τέρας την πλησίασε κι άλλο, ακόμα κι άλλο κι η Νικολέτα τέντωσε τα χέρια της για να τον απωθήσει. Τα φούξια νύχια της

«Κόκκινα…»

Τα κόκκινα νύχια της χάθηκαν μέσα στο πυκνό τρίχωμά του. Τα δάκρυά της είχαν γίνει ένα με τη μπλε μάσκαρά της.

«Μαύρη μάσκαρα.»

Είχαν γίνει ένα με τη μαύρη μάσκαρά της. Πάνω που ετοιμάστηκε για το δάγκωμα του κτήνους ακούστηκε από τα σκοτάδια μια γνώριμη φωνή.

«Άφησέ την ήσυχη λυκάνθρωπε!». 

Ήταν ο Λευτέρης, είχε έρθει να τη σώσει!

Με ένα τεράστιο υπεράνθρωπο σάλτο ο Λευτέρης βρέθηκε δίπλα στο τέρας και με μιας άρχισαν να παλεύουν. Τα ιδρωμένα σφιχτά μπράτσα του Λευτέρη γυάλιζαν κάτω από το φεγγαρόφως. Καθώς πάλευαν, η Νικολέτα παρατήρησε κάτι που την έκανε να ανατριχιάσει ακόμα περισσότερο. Οι κυνόδοντες του Λευτέρη είχαν μακρύνει και τα μάτια του ήταν κατακόκκινα. Ω Θεέ μου, ο Λευτέρης ήταν βρικόλακας!

Με ένα βρυχηθμό το σιχαμερό τέρας όρμησε στο Λευτ

«Ώπα ώπα ώπα, σόρι αλλά τώρα θα κάνω εγώ μια παρέμβαση. Όχι και σιχαμερό τέρας! Πώς με περιγράφεις έτσι?» είπε ο Οράτιος ο λυκάνθρωπος.

*Θα με αφήσετε να γράψω τη γαμημένη ιστορία όπως γουστάρω εγώ, μπας και καταφέρω και την τελειώσω καμιά φορά?*

«Α όχι μάγκα, διαμαρτύρομαι γιατί το παράχεσες το θέμα. Κτήνος με ανεβάζεις, τέρας με κατεβάζεις. Από εκεί που με είχες νταγλαρά με μπράτσα και τρέντι μούσι σαν σωσία του Τζεράρ Μπάτλερ να μοιράζω καραμέλες στα 12-χρονα, με κατάντησες σιχαμερό τριχωτό λυκάνθρωπο που την πέφτει σε κοριτσάκια.»

«Δεν είμαι κοριτσάκι, είμαι γυναίκα αγροίκε» απάντησε η Νικολέτα με τουπέ.

*Δεν είπα ποτέ ότι το μούσι σου είναι τρέντι, ούτε σου είπα αν αποφάσισα για το αν θα είσαι σωσίας του Σβαρτζενέγκερ ή του Τζεράρντ. Βασικά δεν είπα ποτέ ότι θα είσαι σωσίας κανενός! Απλά μιλούσαμε για το ποιός θα σε υποδυθεί στην ταινία.*

«Βρε ουστ που μου θες και ταινία καημένε!» φώναξε ο Λευτέρης.

«Νομίζετε όλοι πως επειδή είμαι μεγαλόσωμος με μούσια ότι θα είμαι και άξεστος χωρίς συναισθήματα.» κλαψούρισε με παράπονο ο Οράτιος. «Ε όχι… σνιφ σνιφ… αυτό δεν πρόκειται να το ανεχτώ… κλαψ… μπουχουχουουουου! Και γιατί να κάνω εγώ το κακό τέρας? ΑΑΜΠΟΥΧΟΥΟΥΧΟΥΟΥΟΥΑΑΑΑΑ!»

*Έλα εντάξει, μην κλαις τώρα κοτζάμ άντρας.*

«ΟΥΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ!» Ο Οράτιος συνέχισε να κλαίει όλο και πιο δυνατά.

*Έλα σώπα τώρα, πες μου πώς θες να σε παρουσιάσω και θα το κάνω. Σταμάτα μόνο να κλαις.*

«Σνιφ…λυγμ… Κοίτα, εμένα όσο κι αν δε μου φαίνεται, μου αρέσουν τα λογοτεχνικά βιβλία. Με κοινωνικό θέμα, όμορφες περιγραφές και πολύπλοκες λέξεις. Που να διαδραματίζονται σε μια παλιά εποχή. Και δε θέλω να είμαι κακός αυτή τη φορά, αλλά πρωταγωνιστής. Αυτό θέλω.» είπε αποφασιστικά ο Οράτιος.

«Μην του βάζεις δύσκολα» είπε με απαξίωση ο Λευτέρης. «Εδώ το άτομο είναι τόσο άχρηστο που δε μπορούσε να κάνει ούτε μια αντιγραφή της προκοπής του Χάρι Πότερ κι εσύ του ζητάς να γράψει λογοτεχνικό μυθιστόρημα? Είναι σαν να ζητάς από μια μαϊμού να σου ζωγραφίσει την Γκουέρνικα. Δε βλέπεις που μας έχει ζαλίσει τα αρχίδια με τα “είπε ο ένας” και “είπε ο άλλος” λες και δεν υπάρχουν άλλες λέξεις εκτός από το είπε?» είπε ο Λευτέρης ξέσπασε με θυμό Λευτέρης.

*Χαλαρώστε παιδιά νομίζω ότι το έχω.* 

«Και που’σαι, συγγραφέα της κακιάς ώρας! Μην ξεκινήσεις κι αυτή την ιστορία πάλι με στίχο του Τσαλίκη όπως στην προηγούμενη με τα “Σκοτάδι γύρω μου σκοτάδι”. Άντε να σε δούμε.»





Το μικρό σπουργίτι φτερούγισε τα εύθραυστα φτερά του και προσγειώθηκε γλυκά στο αδύνατο κλαράκι της ανθισμένης αμυγδαλιάς. Τα μωβ χρώματα των ξεπεταγμένων ανθών στόλιζαν όλη την πλάση και εύφραιναν την καρδιά όσων περαστικών είχαν την τύχη να περνούν από κάτω. Εκείνο το ηλιόλουστο πρωινό ρέμβαζε στο γέρικο κορμό της αμυγδαλιάς ο κόμης του Σάσεξ Οράτιος. Είχε αποφασίσει να κάνει μια στάση με την άμαξά του σε εκείνο το δροσερό σημείο για να ξαποστάσουν λίγο τα άλογα μετά από το πολύωρο ταξίδι τους προς την πόλη του Μάρπισαϊρ, όπου τον περίμενε η μέλλουσα γυναίκα του πριγκίπισσα Νικολέτα. 

Ο ταχύς καλπασμός των αλόγων είχε συγχρονιστεί πλήρως με τους χτύπους της καρδιάς του. Η λαχτάρα του να φιλήσει τα κόκκινα σαν αίμα χείλη της Νικολέτας και να χαϊδέψει τον ευωδιαστό λαιμό της τον έκαναν να αγνοεί άθελά του την υπέροχη πλάση που ξανοιγόταν γύρω του. Πολύχρωμα μπουμπούκια από αγρούς της εξοχής εναλλάσσονταν με πανύψηλα αγέρωχα στητά δέντρα, κι όλα μαζί συνέθεταν έναν καμβά αρμονίας, αγαλλίασης και ομορφιάς.

Κάποια στιγμή έφτασαν έξω από τα βικτωριανά τείχη της πόλης όπου βασίλευε ο πατέρας της Νικολέτας. Η μέλλουσα γυναίκα του τον είχε προειδοποιήσει ότι τον τελευταίο μήνα είχε ξεσπάσει στην πόλη θανάσιμος λοιμός. Εκατοντάδες ήταν οι νεκροί που κατέκλυζαν τους δρόμους. Περνώντας τα τείχη ο αγέρωχος γεροδεμένος Οράτιος σοκαρίστηκε από τη μεγάλη αντίθεση: έξω από τα τείχη να δεσπόζει η παραδεισένια φύση και μέσα από τα τείχη να κυριαρχεί η αρρώστια, η παρακμή και η ασχήμια.

«Ωιμέ!» αναφώνησε ο Οράτιος. «Ποιά μαύρη μοίρα σκοτείνιασε πάνω από αυτή την πόλη?».

Ο Οράτιος κατέβηκε από την άμαξά του και περπάτησε τα βρώμικα δρομάκια της χτυπημένης από τη δυστυχία πόλης. Ένας ζητιάνος σύρθηκε στα πόδια του.

«Ένα κέρμα σε παρακαλώ κόμη μου» ζητιάνεψε με δουλοπρέπεια ο βρώμικος επαίτης.

«Πώς σε λένε δύστυχε άνθρωπε?» ρώτησε ο Οράτιος.

«Λευτέρη» ψέλλισε και έβηξε τα πράσινα φλέγματά του.

«Δείξε μου πού είναι η πριγκίπισσά σου και φύγε από μπροστά μου!».

«Ε όχι! Ε ΟΧΙ! Τι μας λες ρε μόρτη? Ε συγγραφέα! Ακούς? Μου έβαλες το τριχωτό γομάρι να μου δίνει και διαταγές? Αν σε πιάσω στα χέρια μου θα σε πλακώσω ρε! Από 12-χρονο Χάρι Πότερ και εραστή βαμπίρ με υποβιβάζεις σε ζητιάνο με φυματίωση? Νιώθεις?»

*Να μάθεις να με λες συγγραφέα της κακιάς ώρας. Καλά να πάθεις ρε.*

«Δε θα το αφήσω να περάσει έτσι. Κάνε με έναν ιππότη, αμαξά, έστω βοηθό αυτού του μαλάκα, αλλά όχι ζητιάνο! Ακούς ρε?».

Ο ζητιάνος έβηξε τόσο δυνατά που έχασε τη μιλιά του. Τώρα δε μπορούσε να αρθρώσει λέξη. Ησυχία βασίλεψε πάλι στη βρώμικη πόλη.

Ξαφνικά κάτι φωτίστηκε από την πολεμίστρα ενός πύργου. Είχε εμφανιστεί η Νικολέτα στο μπαλκόνι της.

Ο Οράτιος έσπευσε να τη χαιρετήσει. «Ω ωραία δεσποσύνη, τα μεταξένια σου μαλλιά ξεπερνούν ακόμα και το ακριβότερο μετάξι, τα γαλανά μάτια σου είναι πιο όμορφα κι από τα γαλάζιο της καθαρότερης θάλασσας, το σομόν φόρεμά σου σε αγκαλιάζει τόσο τέλ

«Ροζ φόρεμα».

 «Ροζ θες να είναι? Βασικά γίνεται να το κάνουμε κάποιο άλλο χρώμα, γιατί το ροζ ήταν το αγαπημένο της πρώην μου και δε θέλω να μου τη θυμίζεις. Να πούμε μπορντό?».

«Έστω μπορντό» απάντησε καταφατικά η Νικολέτα.

*Απορώ τι κάνω εγώ εδώ πέρα.*

«Το μπορντό φόρεμά σου αγκαλιάζει τόσο τέλεια τις πανέμορφες καμπύλες σου!».

Από κάπου μακριά ακούστηκε ένα δυνατό ροχαλητό.

*Ροχαλητό? Από πού στην ευχή προέκυψε αυτό?*

«Χχχχχχχμμμμνφφφφφφ». Ο μουγκός ζητιάνος Λευτέρης είχε αποκοιμηθεί.

«Μάλλον ο Λευτέρης δεν άντεξε τόση γλυκανάλατη περιγραφή και τον πήρε ο ύπνος» είπε η Νικολέτα.

*Ας τον ξυπνήσει κάποιος.*

Ο Οράτιος κλώτσησε τον ζητιάνο Λευτέρη για να ξυπνήσει.

«Μμμμμ, μμμμμ» μούγκριζε ο μουγκός Λευτέρης που τώρα ήταν πάλι ξύπνιος.

«Δωσ’του πάλι τη μιλιά του κυρ-συγγραφέα» παρακάλεσε ο Οράτιος «γιατί αν συνεχίσει να μουγκανίζει, σε λίγο δε θα κρατηθώ και θα τον αρμέξω για να βγάλει γάλα».

Ο ζητιάνος ξαναέβηξε και η φωνή του επανήλθε.

«Μαλάκα φασίστα συγγραφέα της κακιάς ώρας! Με έκανες και ζητιάνο και μουγγό ρε? Μόνο Ολυμπιακό δε με έκανες!».

*Με τίποτα δεν είσαι ευχαριστημένος. Πρώτη μούρη σταρ σε κάνω και γκρινιάζεις, συμπρωταγωνιστή που δεν έχει πολλά λόγια σε βάζω και πάλι γκρινιάζεις. Όλοι μέχρι τώρα είπαν τι προτιμάνε. Εσύ με τι θα ήσουν ευχαριστημένος πια? Εδώ που φτάσαμε ας δοκιμάσουμε και τα δικά σου γούστα.*

Ο ζητιάνος έδειχνε να το σκέφτεται. «Να σου πω την αλήθεια είμαι μεγάλος φαν της αστυνομικής λογοτεχνίας. Ξέρεις, μυστήρια, ποιος είναι ο δολοφόνος, Άγκαθα Κρίστι, Σέρλοκ Χολμς, τέτοια φάση.»

*Χμμμ ωραίο ακούγεται. Τα αστυνομικά πουλάνε σαν τρελά. Νομίζω θα ήμουν καλός σε αυτό το είδος, ειδικά κάτι παρόμοιο με Άγκαθα Κρίστι μπορώ να φτιάξω.*

«Μη συγκρίνεις τη βούρτσα με την πούτσα» πετάχτηκε ο Λευτέρης.

*Έχε λίγο πίστη, δημιούργημα μου. Check this out.*






Οι σταγόνες της βροχής χτυπούσαν με μανία στην οροφή του ταξί. Η Νικολέτα καθόταν μόνη της στο πίσω κάθισμα κοιτάζοντας βαριεστημένα έξω από το παράθυρό της. Δε μπορούσε να διακρίνει τίποτα, η βροχή σε συνδυασμό με το παχύ σκοτάδι και την πυκνή ομίχλη είχαν δημιουργήσει ένα αδιαπέραστο γκρίζο πέπλο. Προσπαθούσε να αγνοήσει τον ταξιτζή που έριχνε κλεφτές ματιές από τον καθρέφτη στο τελείωμα του κοντού επίσημου μαύρου φορέματός της. 

Είχε λάβει την πρόσκληση πριν δύο μέρες. Ο φάκελος που βρήκε στο γραμματοκιβώτιό της δεν είχε αποστολέα, ενώ μέσα περιείχε ένα μόνο χαρτί με γραμμένες πάνω τις εξής λιτές μυστηριώδεις λέξεις: «Είστε καλεσμένη σε δείπνο.» Από κάτω υπήρχε η διεύθυνση στην οποία κατευθυνόταν αυτή τη στιγμή.

Ποιός να ήταν άραγε αυτός ο μυστηριώδης οικοδεσπότης? Και γιατί δεν αποκάλυπτε την ταυτότητα του? Η Νικολέτα ήξερε πως έπρεπε να αρνηθεί την πρόσκληση, αλλά μέσα της την έτρωγε η περιέργεια να μάθει περί τίνος πρόκειται. Μήπως ήταν κάποιος παλιός γνωστός? Κάποιος νέος θαυμαστής ίσως? Όλο αυτό το μυστήριο και το άγνωστο την ιντρίγκαρε κι ένιωθε να τη συναρπάζει ο οικοδεσπότης της πριν καν τον γνωρίσει.

Το ταξί κινούνταν αργά μες στη βροχή και την ομίχλη και μετά από πολλές στροφές φάνηκε από το παράθυρο ο προορισμός της: ένας τεράστιος πύργος στο τέλος ενός σκοτεινού φιδογυριστού δρόμου. Ο πύργος έμοιαζε να είναι χτισμένος στην άκρη ενός γκρεμού όπου από κάτω ανοιγόταν ένας πλατύς θαλάσσιος κόλπος. Την ημέρα η θέα από τον πύργο μπορεί να ήταν υπέροχη αλλά τώρα έτσι όπως τον έβλεπε από το παράθυρό της μες στο σκοτάδι, αντί για θάλασσα έμοιαζε να χάσκει κάτω από τον πύργο ένα αχανές δυσοίωνο σκοτάδι.

Πλήρωσε τον ταξιτζή και τον παρακάλεσε σε 2 ώρες να είναι στο ίδιο σημείο και να την περιμένει. Κατέβηκε, σήκωσε το παλτό της ψηλά στο κεφάλι της για να προστατευτεί από τη βροχή κι έτρεξε μέχρι την μεγάλη κεντρική πόρτα του πύργου. Χτύπησε το κουδούνι και σχεδόν αμέσως η βαριά ξύλινη πόρτα άνοιξε με ένα δυνατό τρίξιμο. Από μέσα ξεχύθηκε έντονο φως. Η Νικολέτα μισόκλεισε τα μάτια της τα οποία δεν είχαν προλάβει να προσαρμοστούν μετά από τόσο μεγάλη διαδρομή μες στο σκοτάδι και όταν τα ξανάνοιξε αντίκρισε μπροστά της έναν πανύψηλο, γεροδεμένο άνθρωπο με μούσια. Ενστικτωδώς έκανε ένα βήμα πίσω.

«Καλησπέρα όμορφη δεσποινίς» είπε ο άντρας. «Είμαι ο μπάτλερ Οράτιος, παρακαλώ περάστε».

Ο μπάτλερ πήρε ευγενικά το παλτό της και την οδήγησε σε ένα μεγάλο σαλόνι με ένα τεράστιο μισάνοιχτο παράθυρο που έβλεπε προς τη σκοτεινή θάλασσα. Της είπε να περιμένει εκεί. Μπροστά από το παράθυρο στεκόταν ένας σκεφτικός τύπος με ξύπνιο πρόσωπο και διαπεραστικά μάτια καπνίζοντας την πίπα του. Η Νικολέτα τον πλησίασε.

«Καλησπέρα» του είπε και του έτεινε το χέρι της.

Ο άγνωστος με την πίπα γύρισε κι αφού πρώτα την περιεργάστηκε διακριτικά πήρε το χέρι της και το φίλησε. «Να σας συστηθώ» της είπε. «Είμαι ο ντετέκτιβ Λευτέρης».

«Α είστε ντετέκτιβ? Συναρπαστικό! Αλήθεια γνωρίζετε ποιος είναι ο σημερινός οικοδεσπότης μας? Η πρόσκλησή μου δεν έγραφε τον αποστολέα και θεώρησα ότι ίσως έγινε κάποιο λάθος.»

«Δυστυχώς αυτό παραμένει μυστήριο ακόμα και για μένα. Σκοπεύω όμως να το διαλευκάνω σύντομα.»

Εκείνη τη στιγμή μπήκε στο σαλόνι ο μπάτλερ Οράτιος. «Θέλουν ο κύριος και η κυρία να με ακολουθήσουν στην τραπεζαρία για να ξεκινήσουμε το δείπνο?».

«Δεν περιμένουμε άλλους καλεσμένους?» ρώτησε με απορία η Νικολέτα.

«Όχι κυρία, εσείς οι δύο είστε μόνο».

«ΓΑΜΩ ΤΗΝ ΠΟΥΤΑΝΑ ΜΟΥ!» ξέσπασε ο ντετέκτιβ Λευτέρης. «Ρε άχρηστε συγγραφέα, ρε μυγόχεσμα, ρε συμφορά του γραπτού λόγου, που καλύτερα να έπιανες μόνο το πουλί σου παρά την πένα, ας δεχτώ ότι με έκανες να καπνίζω πίπα σαν να είμαι κακέκτυπο του Σέρλοκ Χόλμς, αλλά πώς θες να κάνεις μυθιστόρημα μυστηρίου με μόνο δύο υπόπτους?»

*Καλά ντε μην φωνάζεις, δε μου έδωσες πολύ χρόνο να σκεφτώ την πλοκή. Wait.*

Ο μπάτλερ κοντοστάθηκε και έδειχνε να σκέφτεται κάτι. «Τώρα που το θυμήθηκα έχουν έρθει μερικοί ακόμα καλεσμένοι. Περάστε από δω παρακαλώ.»

Η Νικολέτα κι ο ντετέκτιβ Λευτέρης προχώρησαν σε μια μεγάλη πολυτελή τραπεζαρία. Πάνω σε ένα τεράστιο μαονένιο τραπέζι ήταν απλωμένο ένα κάτασπρο τραπεζομάντηλο. Πιάτα και μαχαιροπήρουνα ήταν τοποθετημένα μπροστά από κάθε καρέκλα ενώ ο χώρος φαινόταν να φωτίζεται μόνο από κεριά. Στις καρέκλες καθόντουσαν άτομα που ο Λευτέρης και η Νικολέτα έβλεπαν για πρώτη φορά.

«Να σας συστήσω και τους υπόλοιπους καλεσμένους» είπε ο μπάτλερ Οράτιος. «Έχουμε τον Συνταγματάρχη Μουστάρδα, την κυρία Παγώνη, τη δεσποινίδα Φλόγα και τον καθηγητή Δαμάσκηνο».

«Έλα πες την αλήθεια μου κάνεις πλάκα!» ξέσπασε ο Λευτέρης. «Αυτά τα ονόματα είναι ακριβώς οι χαρακτήρες από το Cluedo! Είσαι τόσο άχρηστος που ούτε νέα ονόματα για το βιβλίο σου δε μπορείς να σκαρφιστείς αλλά τα κλέβεις από ένα επιτραπέζιο? Έχεις λιγότερη φαντασία κι από μπερμπάντη σύζυγο που γυρίζει αργά στο σπίτι κι όταν τον ρωτάει η γυναίκα του πού ήταν αυτός απαντά “Ήμουν με άλλη γκόμενα” γιατί δε μπορεί να σκεφτεί άλλη δικαιολογία!»

*Αγνόησε τα ονόματα και συγκεντρώσου στην ιστορία. Το πολύ πολύ τα διορθώνω αργότερα δε χάθηκε ο κόσμος.*

Εκείνη την ώρα ακούστηκε μια ανατριχιαστική ανδρική κραυγή πόνου κι έπειτα ένας δυνατός γδούπος από κάποιο διπλανό δωμάτιο. Ο μπάτλερ Οράτιος έτρεξε να δει τι είχε συμβεί. Όταν ξαναγύρισε στην τραπεζαρία το πρόσωπό του ήταν άσπρο σαν πανί. «Ο οικοδεσπότης μας είναι νεκρός!» αναφώνησε.

«Εγώ σε αυτή τη μαλακία αρνούμαι να συμμετάσχω» διαμαρτυρήθηκε ο Λευτέρης. «Δεν εμφάνισες πουθενά τον οικοδεσπότη και πήγες και τον σκότωσες ήδη, τι σόι συγγραφέας είσαι εσύ? Ο αναγνώστης δεν πρόλαβε να σχηματίσει κανένα συναισθηματικό δέσιμο με το θύμα, οπότε δεν θα ενδιαφερθεί για το θάνατό του και άρα ούτε και για τη διαλεύκανση του εγκλήματος.» 

Ο Συνταγματάρχης Μουστάρδας ατάραχος άρχισε να τσιμπολογάει από τα φαγητά πάνω στο τραπέζι. «Παιδιά μην ασχολείστε μαζί μου, όσο εσείς ψάχνετε το δολοφόνο πειράζει να τσιμπήσω λίγο γιατί σαν να ένιωσα μια λιγουρίτσα? Μιαμ, χλουρπ, μιαμ…» είπε ενώ μπούκωνε το στόμα του. «Θα φαινόταν πολύ ειρωνικό αν σας έλεγα ότι παρά το όνομά μου δε μου αρέσει η μουστάρδα? Χαχαχα, σλουρπ σλουρπ μιαμ μιαμ…»

«Πιο ειρωνικό είναι» συμπλήρωσε η Νικολέτα «που ο Οράτιος που θέλει να τον υποδυθεί ο Τζεράρ Μπάτλερ, κατέληξε να είναι μπάτλερ.»

Ο μπάτλερ Οράτιος έκλεισε την πόρτα της τραπεζαρίας. «Δε θα φύγει κανείς από εδώ μέχρι να αποκαλυφθεί ο δολοφόνος. Είστε όλοι ύποπτοι.»

Μια μουρμούρα ανησυχίας εξαπλώθηκε στα άτομα του τραπεζιού.

«Μήπως κάποιος να καλούσε την αστυνομία? Λέω εγώ τώρα.» είπε ο ντετέκτιβ Λευτέρης.

 «Μα καλά εσύ δεν είσαι ντετέκτιβ? Τι τη θες την αστυνομία?» ρώτησε η δεσποινίδα Φλόγα.

«Κι επειδή είμαι ντετέκτιβ μωρή ηλίθια αυτό σημαίνει ότι δε χρειάζεται να καλέσουμε τη Σήμανση να πάρει αποτυπώματα, να κάνει ανακρίσεις και να μαζέψει το πτώμα? Όσο εμείς συζητάμε ο δολοφονημένος σαπίζει εκεί μέσα! Άιντε βρήκαμε έναν ντετέκτιβ και θα τα λύσει όλα? Μα καλά τα πιστεύει κανείς αυτά που γράφεις ρε?»

*Εσύ είπες ότι σου αρέσουν τα αστυνομικά.*

«Τα αστυνομικά είπα, αυτά που γράφεις εσύ έχουν τόση σχέση με τα αστυνομικά όσο και ο Άη-Βασίλης με το Πάσχα! Εγώ δε βρίσκω κανέναν δολοφόνο, την κάνω από εδώ μέσα και πάω να καλέσω τώρα την αστυνομία.»

*Δε θα πας πουθενά.*

Ένα τεράστιο ΚΛΑΚ ακούστηκε. Όλες οι πόρτες του σπιτιού κλείδωσαν. Μια φωνή αντήχησε από τα μεγάφωνα: «Οι πόρτες θα ξεκλειδώσουν μόνο αν βρείτε το δολοφόνο.»

«Πολύ έξυπνο κόλπο» είπε πικρόχολα ο Λευτέρης. «Ξέχασες όμως και το τηλέφωνο» είπε κι έτρεξε προς τη συσκευή του τηλεφώνου.

Όταν σήκωσε το ακουστικό συνειδητοποίησε ότι η γραμμή ήταν κομμένη.

*Χαχα σε πρόλαβα.*

«Βασικά εγώ έχω μαζί το κινητό μου» είπε η κυρία Παγώνη. Ο Λευτέρης έτρεξε προς το μέρος της αλλά μόλις πήρε το κινητό στα χέρια του αυτό έκλεισε από μπαταρία.

*Σε ξαναπρόλαβα. Δε θα σε αφήσω να καλέσεις καμία αστυνομία. Στρώσου και βρες το δολοφόνο.*

«Έτσι είσαι ρε?» απάντησε με θυμό ο Λευτέρης. «Τώρα θα δεις» είπε. Άρπαξε ένα μαχαίρι από το τραπέζι και μαχαίρωσε τον μπάτλερ Οράτιο στην καρδιά.

*Μα καλά τι… γιατί τον σκότωσες?*

«Δεν ήθελες να σου βρω το δολοφόνο?» κραύγασε ο Λευτέρης. «Ε, ο μπάτλερ ήταν. Πάντα ο μπάτλερ είναι.»

*Καλά κι έπρεπε να τον σκοτώσεις?*

«Ναι μπας και πάψεις να μου ζαλίζεις τα αρχίδια».

«Δεν το πιστεύω αυτό που συνέβη!»

«Τώρα έχουμε και δεύτερο φόνο!»

«Ποιος τις είπε τις δύο παραπάνω φράσεις? ρώτησε ο Λευτέρης. «Καλά ρε συγγραφέα, ούτε ποιος λέει τι δε μπορείς να γράψεις σωστά?»

*Δε σας προλαβαίνω ρε παιδιά. Άσε που έτσι που μου τα έκανες δεν ξέρω πώς να το συνεχίσω.*

«Θα στο συνεχίσω εγώ τότε. Θα σε κάνω να γράψεις το πιο πρωτότυπο αστυνομικό βιβλίο που γράφτηκε ποτέ σε όλη την ιστορία των αστυνομικών βιβλίων: ο ντετέκτιβ θα είναι ο δολοφόνος!» είπε ο Λευτέρης και μαχαίρωσε μεμιάς την κυρία Παγώνη. Μετά έχωσε ένα κηροπήγιο στην καρωτίδα της δεσποινίδος Φλόγας, έμπηξε ένα πηρούνι στο μάτι του καθηγητή Δαμάσκηνου κι έπνιξε στουμπώνοντας ένα ολόκληρο μπούτι κοτόπουλο στο ήδη μπουκωμένο στόμα του συνταγματάρχη Μουστάρδα.

*ΟΧΙ! Τι έκανες εκεί? Μου σκότωσες όλο μου το καστ!*

«Χάρη τους έκανα, μπας και γλιτώσουν από τα άθλια κείμενά σου.»

Η Νικολέτα στεκόταν παγωμένη όντας η μόνη επιζών και κοιτούσε το φρικτό θέαμα τριγύρω της. Παντού υπήρχαν πτώματα. Έτρεξε τρομαγμένη πίσω στο σαλόνι. Στο κατόπι της ρίχτηκε αλλόφρων ο Λευτέρης.

«Μη φοβάσαι μωρή ηλίθια, εσένα δε θα σε πειράξω!» φώναξε ο Λευτέρης. 

Η τρομαγμένη κοπέλα έψαξε κάπου να κρυφτεί αλλά τελικά στάθηκε με την πλάτη στο μεγάλο παράθυρο του σαλονιού.

«Αχ μη δολοφόνε! Ξέρω ότι ποθείς να γευτείς τους χυμούς του υπέροχου κορμιού μου αλλά δε θα σου κάνω τη χάρη!»

Ο Λευτέρης στράφηκε και κοίταξε ψηλά: «Τι λέει αυτή ρε?»

*Δεν ξέρω τι την έπιασε.*

«Έλα πάρε με λοιπόν! Τι περιμένεις? Δεν τα έκανες όλα αυτά για να γλεντήσεις το κορμί μου? Αφού ξέρω ότι αυτό θες! Σκίσε με αλήτη! ΠΗΔΑ ΜΕ ΣΟΥ ΛΕΩ ΑΧΡΗΣΤΕ!» φώναζε και χτυπιόταν η Νικολέτα μπροστά στο μεγάλο παράθυρο.

«Ηρέμησε ρε κούκλα μου και κάτσε λίγο φρόνιμη να δούμε πώς θα φύγουμε από εδώ μέσα.»

«ΣΚΙΣΕ ΜΕ ΣΟΥ ΛΕΩ ΡΕ ΑΝΙΚΑΝΕ! ΤΙ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙΣ?» φώναζε η Νικολέτα κι έτσι όπως στηριζόταν στο παράθυρο τουρλώνοντας τον κώλο της, αυτό άνοιξε κι η Νικολέτα έχασε την ισορροπία της και βρέθηκε στο κενό.

«Εσύ άνοιξες το παράθυρο ρε?» ρώτησε ο Λευτέρης κάπου προς τα ψηλά.

*Όχι, είχα γράψει στην  αρχή ότι ήταν μισάνοιχτο αλλά η ηλίθια το ξέχασε.*

«Με τόσα Twilight που πρέπει να είχε διαβάσει, θα κάηκε ο εγκέφαλός της».

*Και τώρα τι κάνουμε μου λες?*

«Έμεινε ένας ακόμα που πρέπει να ξεφορτωθώ.»

*Ποιός?*

«Εσύ».

*Εγώ? Χα! Εμένα δε μπορείς να με πειράξεις. Αφού εγώ σε έφτιαξα.*

«Ναι ε? Για κοίτα αυτό…»

*Τι πρά μα? Δε  λέπω να  ίνεται κάτι. Ώπα? Πώ  μπορ ίς και μο  σβ ν ίς τα γράμ ατ ? Κόφτ !

«Χαχα δε σε χάλασε! Είμαι δημιουργημένος από τα γράμματά σου και άρα είμαι άρρηκτα συνδεδεμένος με αυτά. Οπότε με λίγη συγκέντρωση μπορώ να σβήνω και μερικά από αυτά! Μπορεί εγώ να είμαι δημιούργημα της φαντασίας σου αλλά κι εσύ για αυτούς που σε διαβάζουν είσαι μόνο μερικά γραμματάκια σε μια οθόνη. Χωρίς αυτά δεν υπάρχεις. Don’t screw with me motherfucker, I will ruin you!»

*Ο έι,  κέι, οκέι μισό! Μ σό λ πτό! Μισό λεπτό να πω κάτι!*

«Τι θες?»

*Υπάρχει μια εφημερίδα στην πολυθρόνα εκεί δίπλα. Πήγαινε πάρτην.*

 Ο Λευτέρης πήγε μέχρι την πολυθρόνα και σήκωσε την εφημερίδα. 

*Δες την ημερομηνία στην οποία βρίσκεσαι.*

«6 Αυγούστου 1945? Δεν ήξερα ότι αυτό ήταν ιστορικό μυθιστόρημα».

*Δεν ήταν αρχικά αλλά τώρα μου φαίνεται σαν καλή ιδέα. Δες και το μέρος στο οποίο βρίσκεσαι.*

Ο Λευτέρης διάβασε την τοποθεσία και γούρλωσε τα μάτια του από την έκπληξη. «Χιροσίμα?!!!»

Πριν προλάβει καν να ολοκληρώσει τη λέξη έσκασε η πυρηνική βόμβα διαλύοντας ολοσχερώς τον πύργο στον οποίο βρισκόταν καταστρέφοντας τα πάντα τριγύρω του σε απόσταση πολλών χιλιομέτρων.

Και ζήσαμε εμείς καλύτερα.

                                                               
                                           ΤΕΛΟΣ